ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν ὑδρορρόαι δύο ῥέουσιν μέλανος → two streams of black run from the eyes
1ᵉ pl. épq. sbj. ao. de ἀνώγω;1ᵉ pl. f. de ἀνώγω.