ἀποπροηγμένα

From LSJ

Ὡς ἡδὺ δούλῳ δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν → Quam dulce servo lenem herum nanciscier → Wie froh macht einen Sklaven doch ein guter Herr

Menander, Monostichoi, 556

Greek (Liddell-Scott)

ἀποπροηγμένα: τά, (ἴδε ἐν λ. προηγμένα), Σέξτ. Ἐμπ. Π. 3. 191.

Russian (Dvoretsky)

ἀποπροηγμένα: part. pass. n pl. к ἀποπροάγω.