ἄγ

From LSJ

ἀεὶ Λιβύη φέρει τι καινόνLibya always bears something new

Source

Greek Monotonic

ἄγ: ποιητ. αντί ἀνά πριν από το γ, σε Αισχύλ.
• ἄγ: αποκομ. τύπος του ἀνὰ πριν από τα κ, γ, χ· βλ. ἀνά.