ἄλινσις
From LSJ
Ἡ μωρία δίδωσιν ἀνθρώποις κακά → Inepta mens hominibus impertit mala → Die Torheit gibt den Menschen Unglück zum Geschenk
English (LSJ)
-εως, ἡ, = ἄλειψις, τοῦ ἐργαστηρίου IG 4.1484.39 (Epid.).
Spanish (DGE)
-ιος, ἡ
revoque, enlucido ἄ. τοῦ ἐργαστηρίου καὶ κονίασις IG 42.102.39 (Epidauro IV a.C.), cf. IAE 52A.12, 33 (Epidauro IV a.C.).
Greek (Liddell-Scott)
ἄλινσις: -εως, ἡ, τριβὴ (λέανσις, στίλβωμα), Σαμίων ἕλετο ἄλινσιν τοῦ ἐργαστηρίου καὶ κονίασιν, [IV] Ἐπιγρ. Ἐπιδ. 3325Α39 = Κ. 241, οὐσ. ῥηματ. ἐκ τοῦ ἀλίνω. Πρβλ. Ἡσύχ. καὶ Α. Β. 383.