ἐγκυκλεύω

From LSJ

Ἤθους δικαίου φαῦλος οὐ ψαύει λόγος → Vox prava non pertingit ad mores bonos → Verkommne Rede rührt nicht an gerechte Art

Menander, Monostichoi, 214

Greek (Liddell-Scott)

ἐγκυκλεύω: κυκλῶ, περικυκλῶ, περιβάλλω, Ἐπιφάν. τ. 2. σ. 58Α.

Spanish (DGE)

rodear, circundar ἡ πεδιὰς ἐγκυκλεύουσα τὸ ὄρος Epiph.Const.Anc.54.6.