ἐλαιόκλαδος
From LSJ
German (Pape)
[Seite 788] ὁ, Oelzweig, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἐλαιόκλαδος: ὁ, κλάδος ἐλαίας, Ἰω. Μαλαλ. σ. 272.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ rama de olivo εἶδε τοὺς πολίτας μετὰ ἐλαιοκλάδων εὐφημοῦντας Sud.s.u. Σεβῆρος, στέφανος ἀπὸ ἐλαιοκλάδων Io.Mal.Chron.11.272.