ἐπαναστάτης

From LSJ

Μακάριος, ὅστις ἔτυχε γενναίου φίλου → Generosa amicus mente , felicis bonum → Glückselig ist, wer einen edlen Freund gewinnt

Menander, Monostichoi, 357

Greek (Liddell-Scott)

ἐπαναστάτης: θηλ. ἐπαναστάτις, ἐπαναστατῶ, μεταγεν. Πρβλ. Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 27-31.