ἠρύκακον

From LSJ

ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην; (Sophocles, Antigone 921) → What law of the gods have I transgressed?

Source

French (Bailly abrégé)

v. ἐρύκω.

Greek Monotonic

ἠρύκᾰκον: Επικ. αόρ. βʹ του ἐρύκω.

Russian (Dvoretsky)

ἠρύκᾰκον: (ῡ) aor. 2 к ἐρύκω.