ὀξυδορκικόν

From LSJ

μέχρι δὲ τούτου θεοῖσι εἰδέναι χάριν → but until that time he should feel gratitude to the gods

Source

German (Pape)

[Seite 352] sc. φάρμακον, = ὀξυδερκικός; Plut. de ad. et amic. discr. 41; Galen.

Russian (Dvoretsky)

ὀξυδορκικόν: τό (sc. φάρμακον) лекарство, способствующее обострению зрения Plut.