Ἱκανῶς βιώσεις γηροβοσκῶν τοὺς γονεῖς → Senes parentes qui fovet, vivet diu → Hinlänglich lebst du, wenn du greise Eltern pflegst
[Seite 371] ιδος, ἡ, fem. zu ὀρειβάτης (?).
και ορειβάτισσα, η (Μ ὀρειβάτις, -ιδος)βλ. ορειβάτης.