οὔπω Ζεὺς αὐχένα λοξὸν ἔχει → Zeus has not yet turned his neck aside
adv.comme un voyageur.Étymologie: ὁδοιπόρος.
ὁδοιπορικῶς: по-дорожному, как путник (ἐσταλμένοι Plut.).