ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met
[Seite 1170] ἡ, = ὑγίανσις, Arist. eth. eud. 2, 1.
ὑγίασις: εως ἡ Arst. v. l. = ὑγίανσις.