ὑπερευχαριστέω
From LSJ
Κακοῦ μεταβολὴν ἀνδρὸς οὐ δεῖ προσδοκᾶν → Non exspectandus improbi flexus viri → Auf Wandel eines schlechten Mannes warte nicht
English (LSJ)
to be extremely thankful, PTeb. 12.24 (ii B. C.).
Greek (Liddell-Scott)
ὑπερευχαριστέω: ὡς καὶ νῦν, εὐχαριστῶ παραπολύ, τινι Εὐσέβ. ΙΙ, 1509C.