ὑπορίνω

From LSJ

τῇ διατάξει σου διαμένει ἡ ἡμέρα ὅτι τὰ σύμπαντα δοῦλα σά → the day continues by thy arrangement; for all things are thy servants

Source

Russian (Dvoretsky)

ὑπορίνω: (ῑ) возбуждать, вызывать (ἴυγγά τινι Aesch. - v. l. к ὑπομιμνῄσκω).