ὤβεον

From LSJ

Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not

Menander, Monostichoi, 296
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὤβεον Medium diacritics: ὤβεον Low diacritics: ώβεον Capitals: ΩΒΕΟΝ
Transliteration A: ṓbeon Transliteration B: ōbeon Transliteration C: oveon Beta Code: w)/beon

English (LSJ)

τό, (i.e. ὤϝεον) egg, and ὠβεοκόπτης, ου, ὁ, egg-breaker, name of a species of snake, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

ὤβεον: -ου, τό, (ὅ ἐστι ὤϝεον) ᾠόν, καὶ ὠβεοκόπτης, ὁ, ὁ θραύων, συντρίβων ᾠά, ὄνομα εἴδους τινὸς ὄφεως παρ’ Ἡσυχ., «ὅπερ ὁ Κόβητος μετέβαλεν εἰς ὠβεοκάπτας, τουτέστιν: ὤβεα (ἤτοι ᾠά) κάπτοντας» Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 428.