Selymbria
From LSJ
ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
{{WoodhouseENELnames |Text=[[ἡ. Selymbria, Σηλυμβρία
man of Selymbria, Selymbrian: Σηλυμβριανός, ὁ. }}
ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
{{WoodhouseENELnames |Text=[[ἡ. Selymbria, Σηλυμβρία
man of Selymbria, Selymbrian: Σηλυμβριανός, ὁ. }}