Anonymous

δυσέφοδος: Difference between revisions

From LSJ
10
(big3_12)
(10)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[difícil de atacar]] ἡ κρατίστη (χώρα) τῆς Αἰγύπτου ... δυσεφοδωτάτη γέγονε D.S.1.57, dud. τὸ δ. Phld.<i>Rh</i>.1.325.
|dgtxt=-ον<br />[[difícil de atacar]] ἡ κρατίστη (χώρα) τῆς Αἰγύπτου ... δυσεφοδωτάτη γέγονε D.S.1.57, dud. τὸ δ. Phld.<i>Rh</i>.1.325.
}}
{{grml
|mltxt=[[δυσέφοδος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> δυσκολοπρόσβλητος<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ δυσέφοδον</i><br />η [[ιδιότητα]] του δυσέφοδου.
}}
}}