Anonymous

ἱματιοκλέπτης: Difference between revisions

From LSJ
17
(6_19)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἱμᾰτιοκλέπτης''': -ου, ὁ, ὁ κλέπτων ἱμάτια, Διογ. Λ. 6. 52.
|lstext='''ἱμᾰτιοκλέπτης''': -ου, ὁ, ὁ κλέπτων ἱμάτια, Διογ. Λ. 6. 52.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἱματιοκλέπτης]], ὁ (Α)<br />αυτός που κλέβει ιμάτια.
}}
}}