Anonymous

κινητέος: Difference between revisions

From LSJ
5
(Bailly1_3)
(5)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=α, ον :<br /><i>adj. verb. de</i> [[κινέω]].
|btext=α, ον :<br /><i>adj. verb. de</i> [[κινέω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κῑνητέος:''' -α, -ον, ρημ. επίθ. του [[κινέω]],<br /><b class="num">I.</b> αυτός που πρέπει να κινηθεί, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> <i>κινητέον</i>, αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να βάλει σε [[κίνηση]], στον ίδ.
}}
}}