Anonymous

κινητέος: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κῑνητέος:''' -α, -ον, ρημ. επίθ. του [[κινέω]],<br /><b class="num">I.</b> αυτός που πρέπει να κινηθεί, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> <i>κινητέον</i>, αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να βάλει σε [[κίνηση]], στον ίδ.
|lsmtext='''κῑνητέος:''' -α, -ον, ρημ. επίθ. του [[κινέω]],<br /><b class="num">I.</b> αυτός που πρέπει να κινηθεί, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> <i>κινητέον</i>, αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να βάλει σε [[κίνηση]], στον ίδ.
}}
{{elnl
|elnltext=κινητέος -α -ον, adj. verb. van κινέω, die in beweging gezet moet worden:; εἰ καὶ κινητέοι ( νόμοι ) als de wetten wel veranderd moeten worden Aristot. Pol. 1269a25; n. onpers. κινητέον er moet in beweging gezet worden, met acc.: τὴν ζωγραφίαν de schilderkunst moet erbij gehaald worden Plat. Resp. 373a.
}}
}}