3,277,719
edits
(36) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ὁ, Α [[[σαβάζω]] (ΙΙ)]<br />(για έναν [[κακό]] δαίμονα που συνέτριβε τα σκεύη) [[καταστροφέας]]. | |mltxt=ὁ, Α [[[σαβάζω]] (ΙΙ)]<br />(για έναν [[κακό]] δαίμονα που συνέτριβε τα σκεύη) [[καταστροφέας]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''σᾰβάκτης:''' -ου, ὁ, αυτός που συντρίβει, που καταστρέφει, που ερειπώνει· λέγεται για κάποιο [[δαιμόνιο]] που έσπαγε κεραμικά [[σκεύη]], σε Όμηρ., Επικ. (αμφίβ. προέλ.). | |||
}} | }} |