3,241,203
edits
(27) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[νυστακτής]], ὁ (Α) [[νυστάζω]]<br />(για τον ύπνο) αυτός που αναγκάζει κάποιον να κλίνει το [[κεφάλι]] [[προς]] τα [[κάτω]]. | |mltxt=[[νυστακτής]], ὁ (Α) [[νυστάζω]]<br />(για τον ύπνο) αυτός που αναγκάζει κάποιον να κλίνει το [[κεφάλι]] [[προς]] τα [[κάτω]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''νυστακτής:''' -οῦ, ὁ, αυτός που κάνει κάποιον να κλίνει προς τα [[κάτω]] το [[κεφάλι]] του, σε Αριστοφ. | |||
}} | }} |