Anonymous

κωπεύς: Difference between revisions

From LSJ
5
(22)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κωπεύς]], -έως, ὁ (Α) [[κώπη]]<br />(μόνο στον πληθ.) <i>κωπέες</i> και (<b>αττ. τ.</b>) <i>κωπῆς</i><br />πλατιά ξύλα [[κατάλληλα]] για την [[κατασκευή]] κουπιών.
|mltxt=[[κωπεύς]], -έως, ὁ (Α) [[κώπη]]<br />(μόνο στον πληθ.) <i>κωπέες</i> και (<b>αττ. τ.</b>) <i>κωπῆς</i><br />πλατιά ξύλα [[κατάλληλα]] για την [[κατασκευή]] κουπιών.
}}
{{lsm
|lsmtext='''κωπεύς:''' -έως, ὁ, μόνο στον πληθ. [[κωπέες]], Αττ. [[κωπῆς]], κομμάτια ξύλου, [[κατάλληλα]] για την [[κατασκευή]] κουπιών, σε Ηρόδ., Αριστοφ. κ.λπ.
}}
}}