Anonymous

πολύπλαγκτος: Difference between revisions

From LSJ
6
(33)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που πλανιέται [[παντού]], που τον φέρνουν οι περιστάσεις σε [[πολλά]] μέρη, από δω κι από κει, [[πολυπλάνητος]] (α. «ληιστῆρσι πολυπλάγκτοισι», <b>Ομ. Οδ.</b><br />β. «πολύπλαγκτον ἀθλίαν oἰστροδόνητον», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που βρίσκεται σε συνεχή [[κίνηση]]<br /><b>3.</b> (για τον νου και τη [[σκέψη]]) [[εκείνος]] που σφάλλει πολύ («πολύπλαγκτοι [[πραπίδες]]», Ελλ. Επιγράμμ.)<br /><b>4.</b> [[εκείνος]] που οδηγεί κάποιον σε [[παρέκκλιση]] από τον στόχο του, που τον παραπλανά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[πλαγκτός]] (<span style="color: red;"><</span> [[πλάζω]] «περιπλανιέμαι»), <b>πρβλ.</b> <i>θαλασσό</i>-<i>πλαγκτος</i>].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που πλανιέται [[παντού]], που τον φέρνουν οι περιστάσεις σε [[πολλά]] μέρη, από δω κι από κει, [[πολυπλάνητος]] (α. «ληιστῆρσι πολυπλάγκτοισι», <b>Ομ. Οδ.</b><br />β. «πολύπλαγκτον ἀθλίαν oἰστροδόνητον», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που βρίσκεται σε συνεχή [[κίνηση]]<br /><b>3.</b> (για τον νου και τη [[σκέψη]]) [[εκείνος]] που σφάλλει πολύ («πολύπλαγκτοι [[πραπίδες]]», Ελλ. Επιγράμμ.)<br /><b>4.</b> [[εκείνος]] που οδηγεί κάποιον σε [[παρέκκλιση]] από τον στόχο του, που τον παραπλανά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[πλαγκτός]] (<span style="color: red;"><</span> [[πλάζω]] «περιπλανιέμαι»), <b>πρβλ.</b> <i>θαλασσό</i>-<i>πλαγκτος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολύπλαγκτος:''' -ον ([[πλάζω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που περιπλανιέται [[πολύ]], που έχει περιπλανηθεί [[παντού]] και για [[πολύ]] καιρό, σε Ομήρ. Οδ., Σοφ., Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> Ενεργ., αυτός που οδηγεί [[μακριά]] ή έξω από τον σωστό δρόμο, αυτός που κατευθύνει [[μακριά]] από την [[πορεία]] κάποιου, [[ἄνεμος]], σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ. Αντιγ. 615· [[πολύπλαγκτος]] [[ἐλπίς]], μπορεί να σημαίνει [[είτε]] [[περιπλάνηση]], αβέβαιη [[ελπίδα]] [[είτε]] αποπροσανατολισμός, [[παραστράτημα]], [[παραπλάνηση]]· πρβλ. [[πολυπλανής]] II.
}}
}}