Anonymous

ἐμπαίω: Difference between revisions

From LSJ
4
(11)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=(AM [[ἐμπαίω]])<br />[[καρφώνω]] με [[σφυρηλάτηση]] μετάλλινα διακοσμητικά στοιχεία στην [[επιφάνεια]] μετάλλινων σκευών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «ἐμπαίει τί μοι ψυχῇ σύνηθες [[ὄμμα]]» — καρφώνεται στην [[ψυχή]] μου.
|mltxt=(AM [[ἐμπαίω]])<br />[[καρφώνω]] με [[σφυρηλάτηση]] μετάλλινα διακοσμητικά στοιχεία στην [[επιφάνεια]] μετάλλινων σκευών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «ἐμπαίει τί μοι ψυχῇ σύνηθες [[ὄμμα]]» — καρφώνεται στην [[ψυχή]] μου.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐμπαίω:''' μέλ. <i>-παίσω</i> ή -[[παιήσω]]·<br /><b class="num">I.</b> [[κτυπώ]] [[κάτι]] μέσα, [[μπήγω]], [[καρφώνω]], κάνω [[κάτι]] [[ανάγλυφο]], [[σφυρηλατώ]], σε Αθήν.<br /><b class="num">II.</b> αμτβ., [[ξεσπώ]] πάνω σε, [[επέρχομαι]], με δοτ., σε Σοφ.
}}
}}