3,274,917
edits
(14) |
(4) |
||
Line 36: | Line 36: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐπιτίθημι]] (AM) [[τίθημι]]<br /><b>βλ.</b> [[επιθέτω]]. | |mltxt=[[ἐπιτίθημι]] (AM) [[τίθημι]]<br /><b>βλ.</b> [[επιθέτω]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἐπιτίθημι:''' μέλ. -[[θήσω]], παρακ. -[[τέθεικα]]· το Παθ. [[κυρίως]] συμπληρώνεται από το [[ἐπίκειμαι]]·<br /><b class="num">Α. I.</b> Ενεργ., [[θέτω]], [[βάζω]] ή [[τοποθετώ]] πάνω σε, λέγεται για προσφορές που τίθενται πάνω στον βωμό ή για φαγητά πάνω στο [[τραπέζι]] κ.λπ., με δοτ., σε Ομήρ. Οδ., Αττ.· επίσης, με γεν., σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ.· με αιτ. μόνο, <i>ἐπ. φάρμακα</i>, [[επιθέτω]] φάρμακα, [[βάζω]] γιατρικά, σε Ομήρ. Ιλ.· <i>ἐπ. στήλην</i>, την [[τοποθετώ]], την [[στήνω]], την [[υψώνω]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b> [[βάζω]] [[επάνω]] [[κάλυμμα]] ή [[πώμα]], σε Ομήρ. Οδ.· <i>λίθον ἐπέθηκε θύρῃσιν</i>, δηλ. τοποθέτησε έναν βράχο ως πόρτα στην [[σπηλιά]]· [[κλείνω]], [[φράζω]], σε Ομήρ. Ιλ., Όμηρ.<br /><b class="num">III. 1.</b> [[παρέχω]] ή [[δίνω]] [[επιπλέον]], προσθέτω, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">2.</b> λέγεται για χρόνο, [[επιφέρω]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">IV.</b>1. <i>μύθῳ</i> ή μύθοις [[τέλος]] ἐπιθεῖναι, [[βάζω]], [[δίνω]] ένα [[τέλος]] σε αυτά, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">2.</b> [[βάζω]], φορώ ως [[συμπλήρωμα]], <i>ἐπέθηκε κορώνην</i>, στο ίδ.· <i>ἐπ. κεφαλαῖον</i> (βλ. κεφαλαῖον), σε Δημ.<br /><b class="num">V.</b> [[επιβάλλω]] [[ποινή]], <i>θωήν σοι ἐπιθήσομεν</i>, σε Ομήρ. Οδ.· [[δίκην]], <i>ζημίαν ἐπ. τινι</i>, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">VI.</b> όπως το [[ἐπιστέλλω]], [[στέλνω]], [[αποστέλλω]] [[γράμμα]], στον ίδ., Δημ.<br /><b class="num">VII.</b> [[δίνω]] όνομα, σε Ηρόδ., Πλάτ. <b>Β. I.</b> Μέσ., [[βάζω]] πάνω μου, φορώ, σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.<br /><b class="num">II. 1.</b> επιδίδομαι, προσηλώνομαι, απασχολούμαι, με δοτ., σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[επιχειρώ]] [[κάτι]] [[εναντίον]] κάποιου, επιτίθεμαι, [[προσβάλλω]], <i>τῇ Εὐβοίῃ</i>, σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ.<br /><b class="num">3.</b> απόλ., <i>δικαιοσύνην ἐπιθέμενος ἤσκεε</i>, ασκούσε [[δικαιοσύνη]] με [[επιμονή]] και [[επιμέλεια]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">IV.</b> [[επιφέρω]], [[προκαλώ]] στον εαυτό μου, [[ἀράς]], σε Αισχύλ.· επίσης, [[προκαλώ]], [[προξενώ]] [[επιβολή]] ποινής, σε Θουκ.<br /><b class="num">V.</b> [[θέτω]] εντολές, [[διατάζω]], [[παραγγέλλω]], <i>τί τινι</i>, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">VI.</b> [[δίνω]] όνομα, [[ονομάζω]], σε Ομήρ. Οδ. | |||
}} | }} |