Anonymous

παλάθη: Difference between revisions

From LSJ
5
(30)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[παλάθη]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> αρμαθιά ξηρών καρπών, [[ιδίως]] σύκων<br /><b>2.</b> (γενικά) [[μάζα]] από πεπιεσμένους καρπούς, όπως λ.χ. σύκων, ελαιών, σταφίδων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. [[παλάθη]] συνδέεται πιθ. με τις λ. [[παλάμη]], [[παλαστή]] «[[παλάμη]]», [[πελανός]] «[[είδος]] γλυκίσματος» ή κατ' άλλους με το ρ. [[πλάσσω]] (<b>πρβλ.</b> <i>κορο</i>-[[πλάθος]], <i>πηλο</i>-[[πλάθος]], <i>πλάθ</i>-<i>ανον</i>). Ωστόσο, [[είναι]] πιθ. όλοι οι προηγούμενοι τ. να ανάγονται σε [[κοινή]] ΙΕ [[ρίζα]] <i>pel∂</i>- / <i>pl</i><i>ā</i> με σημ. «[[ευρύς]], [[απλώνω]]» (<b>βλ.</b> και λ. [[πλάσσω]]). Έχει προταθεί, [[επίσης]], η [[σύνδεση]] της λ. με το αρχ. άνω γερμ. <i>flado</i> (<b>πρβλ.</b> γαλλ. <i>flan</i> «[[είδος]] γλυκίσματος»). Τέλος, τόσο η [[σύνδεση]] της λ. [[παλάθη]] με το ρ. [[πίμπλημι]], όσο και η [[άποψη]] ότι πρόκειται για δάνεια λ., δεν θεωρούνται πιθανές].
|mltxt=[[παλάθη]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> αρμαθιά ξηρών καρπών, [[ιδίως]] σύκων<br /><b>2.</b> (γενικά) [[μάζα]] από πεπιεσμένους καρπούς, όπως λ.χ. σύκων, ελαιών, σταφίδων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. [[παλάθη]] συνδέεται πιθ. με τις λ. [[παλάμη]], [[παλαστή]] «[[παλάμη]]», [[πελανός]] «[[είδος]] γλυκίσματος» ή κατ' άλλους με το ρ. [[πλάσσω]] (<b>πρβλ.</b> <i>κορο</i>-[[πλάθος]], <i>πηλο</i>-[[πλάθος]], <i>πλάθ</i>-<i>ανον</i>). Ωστόσο, [[είναι]] πιθ. όλοι οι προηγούμενοι τ. να ανάγονται σε [[κοινή]] ΙΕ [[ρίζα]] <i>pel∂</i>- / <i>pl</i><i>ā</i> με σημ. «[[ευρύς]], [[απλώνω]]» (<b>βλ.</b> και λ. [[πλάσσω]]). Έχει προταθεί, [[επίσης]], η [[σύνδεση]] της λ. με το αρχ. άνω γερμ. <i>flado</i> (<b>πρβλ.</b> γαλλ. <i>flan</i> «[[είδος]] γλυκίσματος»). Τέλος, τόσο η [[σύνδεση]] της λ. [[παλάθη]] με το ρ. [[πίμπλημι]], όσο και η [[άποψη]] ότι πρόκειται για δάνεια λ., δεν θεωρούνται πιθανές].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πᾰλάθη:''' [λᾰ], ἡ, [[γλύκισμα]] από συντηρημένα φρούτα, [[κομπόστα]], [[γλυκό]] κουταλιού, σε Ηρόδ., Λουκ.
}}
}}