3,277,649
edits
(41) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=Α<br />[[κάνω]] [[χρήση]] σοφιστικής, σχολαστικής λεπτολογίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τέρθρον]] με αρχική σημ. «[[άκρο]], [[τέρμα]], [[σημείο]] αιχμής». Το ρ. χρησιμοποιήθηκε με μεταφορική σημ. για να δηλώσει την εξονυχιστική, σχολαστική [[ενασχόληση]] με ένα [[θέμα]] (<b>πρβλ.</b> γερμ. <i>spitzfindig</i> [[λεπτομερώς]], σχολαστικά» <span style="color: red;"><</span> <i>Spitze</i> «[[άκρη]], [[αιχμή]]» <span style="color: red;">+</span> <i>finden</i> «[[βρίσκω]]» και γαλλ. <i>pointiller</i> «[[λεπτολογώ]]» <span style="color: red;"><</span> <i>pointe</i> «[[αιχμή]], [[άκρη]]»)]. | |mltxt=Α<br />[[κάνω]] [[χρήση]] σοφιστικής, σχολαστικής λεπτολογίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τέρθρον]] με αρχική σημ. «[[άκρο]], [[τέρμα]], [[σημείο]] αιχμής». Το ρ. χρησιμοποιήθηκε με μεταφορική σημ. για να δηλώσει την εξονυχιστική, σχολαστική [[ενασχόληση]] με ένα [[θέμα]] (<b>πρβλ.</b> γερμ. <i>spitzfindig</i> [[λεπτομερώς]], σχολαστικά» <span style="color: red;"><</span> <i>Spitze</i> «[[άκρη]], [[αιχμή]]» <span style="color: red;">+</span> <i>finden</i> «[[βρίσκω]]» και γαλλ. <i>pointiller</i> «[[λεπτολογώ]]» <span style="color: red;"><</span> <i>pointe</i> «[[αιχμή]], [[άκρη]]»)]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''τερθρεύομαι:''' αποθ., [[χρησιμοποιώ]] τεχνάσματα και απάτες, σε Δημ. (Πιθ. συνηρ. από το [[τερατεύομαι]]). | |||
}} | }} |