Anonymous

τηνικαῦτα: Difference between revisions

From LSJ
6
(41)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> [[τηνίκα]], [[τότε]] ακριβώς («ὡς ὁπηνίκ' ἄν θεὸς πλοῡν ἡμὶν εἴκῃ, τηνικαῡθ' ὁρμώμεθα», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> [[εκείνη]] την ώρα της ημέρας ή [[εκείνη]] την [[εποχή]] του έτους (α. «τηνικαῡτα τοῡ θέρους», <b>Αριστοφ.</b><br />β. «τηνικαῡτα τοῡ ἔτους», <b>Λουκιαν.</b>)<br /><b>3.</b> με αυτές τις περιστάσεις, εν τοιαύτη πειπτώσει («εἰπέ μοι, τί τηνικαῡτα δρῶμεν;», <b>Αριστοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τηνίκα]] (για τον σχηματισμό <b>βλ. λ.</b> [[ενταύθα]])].
|mltxt=Α<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> [[τηνίκα]], [[τότε]] ακριβώς («ὡς ὁπηνίκ' ἄν θεὸς πλοῡν ἡμὶν εἴκῃ, τηνικαῡθ' ὁρμώμεθα», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> [[εκείνη]] την ώρα της ημέρας ή [[εκείνη]] την [[εποχή]] του έτους (α. «τηνικαῡτα τοῡ θέρους», <b>Αριστοφ.</b><br />β. «τηνικαῡτα τοῡ ἔτους», <b>Λουκιαν.</b>)<br /><b>3.</b> με αυτές τις περιστάσεις, εν τοιαύτη πειπτώσει («εἰπέ μοι, τί τηνικαῡτα δρῶμεν;», <b>Αριστοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τηνίκα]] (για τον σχηματισμό <b>βλ. λ.</b> [[ενταύθα]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''τηνῐκαῦτα:'''<b class="num">I.</b> συνηθ. [[τύπος]] του [[τηνίκα]], εκείνο τον χρόνο, [[τότε]], σε Ηρόδ., Σοφ., Ξεν.· με γεν., [[τηνικαῦτα]] τοῦ θέρους, εκείνο το χρόνο του καλοκαιριού, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">II.</b> [[κάτω]] από αυτές τις περιστάσεις, σε αυτή την [[περίπτωση]], στον ίδ., σε Ξεν.
}}
}}