Anonymous

τηνικαῦτα: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τηνῐκαῦτα:'''<b class="num">I.</b> συνηθ. [[τύπος]] του [[τηνίκα]], εκείνο τον χρόνο, [[τότε]], σε Ηρόδ., Σοφ., Ξεν.· με γεν., [[τηνικαῦτα]] τοῦ θέρους, εκείνο το χρόνο του καλοκαιριού, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">II.</b> [[κάτω]] από αυτές τις περιστάσεις, σε αυτή την [[περίπτωση]], στον ίδ., σε Ξεν.
|lsmtext='''τηνῐκαῦτα:'''<b class="num">I.</b> συνηθ. [[τύπος]] του [[τηνίκα]], εκείνο τον χρόνο, [[τότε]], σε Ηρόδ., Σοφ., Ξεν.· με γεν., [[τηνικαῦτα]] τοῦ θέρους, εκείνο το χρόνο του καλοκαιριού, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">II.</b> [[κάτω]] από αυτές τις περιστάσεις, σε αυτή την [[περίπτωση]], στον ίδ., σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''τηνῐκαῦτᾰ:''' (τό) adv.<br /><b class="num">1)</b> в это (самое) время (τ. τοῦ θέρους Arph.): τ. ἀφιγμένος Lys. вернувшись в такую пору;<br /><b class="num">2)</b> тогда: γνώσεται τ. Soph. тогда она узнает; [[ἤδη]] τ. Her. тогда уже; τὸ τ. [[ἤδη]] Plat. тогда лишь; [[ἡνίκα]] ([[ὁπηνίκα]], [[ὅτε]], [[ὅταν]], [[ὁπότε]], [[ἐπεί]]) …, τ. Soph., Xen. когда (после того, как) …, тогда; τί τ. δρῶμεν; Arph. что нам тогда (в таком случае) делать?
}}
}}