ὑάκινθος: Difference between revisions

6
(42)
(6)
Line 16: Line 16:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο / [[ὑάκινθος]], ΝΜΑ, και ως θηλ. [[ὑάκινθος]], ἡ, Α<br /><b>1.</b> βολβόρριζο [[φυτό]] με [[ωραίο]] [[άρωμα]] και όμορφα [[άνθη]], [[γένος]], σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική [[ταξινόμηση]], αγγειόσπερμων μονοκότυλων [[φυτών]] που ανήκει στην [[οικογένεια]] [[λιλιίδες]] της τάξης [[λιλιώδη]], με 30 [[περίπου]] είδη, κυριότερο από τα οποία [[είναι]] ο [[ανατολικός]] [[υάκινθος]], από τον οποίο προέρχονται όλες οι καλλιεργούμενες ποικιλίες, κν. γνωστές [[σήμερα]] ως ζουμπούλια ή γιούλια<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>ο Υάκινθος</i><br /><b>μυθ.</b> i) [[προελληνικός]] [[θεός]] της γονιμότητας, της βλάστησης και του [[κάτω]] κόσμου, που αργότερα ταυτίστηκε με τον Απόλλωνα<br />ii) [[ήρωας]] που αναγεννιόταν [[μετά]] από τον θάνατό του, όπως ακριβώς και η [[φύση]], και που αργότερα η [[παράδοση]] τον παρουσιάζει ως ωραιότατο νεανία, [[χάριν]] του οποίου ο Θάμυρυς εφεύρε την [[παιδεραστία]] και τον οποίο ερωτεύθηκαν [[επίσης]] ο [[Ζέφυρος]] και ο Απόλλων<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(ορυκτ.)</b> α) [[ορυκτό]], [[παραλλαγή]] του ζιρκονίου, που [[είναι]] [[πολύτιμος]] [[λίθος]]<br />β) [[ποικιλία]] του κρυσταλλικού χαλαζία<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[υάκινθος]] του νερού»<br /><b>βοτ.</b> [[κοινή]] [[ονομασία]] τών καλλιεργούμενων καλλωπιστικών [[φυτών]] του γένους εϊχόρνια<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[φυτό]] [[δελφίνιο]] το αιάντιο, το οποίο, σύμφωνα με την [[παράδοση]], φύτρωσε από το [[αίμα]] του νεαρού Υακίνθου, τον οποίο άθελά του σκότωσε ο Απόλλων με τον δίσκο του που ο [[Ζέφυρος]] εξέτρεψε από την κανονική του [[πορεία]], λόγω αντιζηλίας, ή από το [[αίμα]] του Αίαντος του Τελαμωνίου<br /><b>2.</b> ([[κυρίως]] στον θηλ. τ.) [[είδος]] πολύτιμου λίθου με κυανό [[χρώμα]], πιθ. το [[ζαφείρι]] («λήψονται τὸ [[χρυσίον]] καὶ τὴν ὑάκινθον», ΠΔ)<br /><b>3.</b> [[ονομασία]] μιας απόχρωσης του κυανού χρώματος<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «[[ὑάκινθος]] πορφυρέη»<br /><b>πιθ.</b> [[είδος]] κρίνου, γνωστό [[σήμερα]] με την επιστημονική [[ονομασία]] Lilium martagon.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. [[ὑάκινθος]] (από αρχικό τ. <i>Fάκινθος</i> με [[αντιπροσώπευση]] του -<i>F</i>- στη φωνηεντική του [[μορφή]] ως -<i>υ</i>-) [[είναι]] πιθ. δάνεια από κάποια [[γλώσσα]], πιθ. μεσογειακή, όπως και το συγγενές λατ. <i>vaccinium</i>, [[είδος]] θαμνοειδούς φυτού].
|mltxt=ο / [[ὑάκινθος]], ΝΜΑ, και ως θηλ. [[ὑάκινθος]], ἡ, Α<br /><b>1.</b> βολβόρριζο [[φυτό]] με [[ωραίο]] [[άρωμα]] και όμορφα [[άνθη]], [[γένος]], σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική [[ταξινόμηση]], αγγειόσπερμων μονοκότυλων [[φυτών]] που ανήκει στην [[οικογένεια]] [[λιλιίδες]] της τάξης [[λιλιώδη]], με 30 [[περίπου]] είδη, κυριότερο από τα οποία [[είναι]] ο [[ανατολικός]] [[υάκινθος]], από τον οποίο προέρχονται όλες οι καλλιεργούμενες ποικιλίες, κν. γνωστές [[σήμερα]] ως ζουμπούλια ή γιούλια<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>ο Υάκινθος</i><br /><b>μυθ.</b> i) [[προελληνικός]] [[θεός]] της γονιμότητας, της βλάστησης και του [[κάτω]] κόσμου, που αργότερα ταυτίστηκε με τον Απόλλωνα<br />ii) [[ήρωας]] που αναγεννιόταν [[μετά]] από τον θάνατό του, όπως ακριβώς και η [[φύση]], και που αργότερα η [[παράδοση]] τον παρουσιάζει ως ωραιότατο νεανία, [[χάριν]] του οποίου ο Θάμυρυς εφεύρε την [[παιδεραστία]] και τον οποίο ερωτεύθηκαν [[επίσης]] ο [[Ζέφυρος]] και ο Απόλλων<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(ορυκτ.)</b> α) [[ορυκτό]], [[παραλλαγή]] του ζιρκονίου, που [[είναι]] [[πολύτιμος]] [[λίθος]]<br />β) [[ποικιλία]] του κρυσταλλικού χαλαζία<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[υάκινθος]] του νερού»<br /><b>βοτ.</b> [[κοινή]] [[ονομασία]] τών καλλιεργούμενων καλλωπιστικών [[φυτών]] του γένους εϊχόρνια<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[φυτό]] [[δελφίνιο]] το αιάντιο, το οποίο, σύμφωνα με την [[παράδοση]], φύτρωσε από το [[αίμα]] του νεαρού Υακίνθου, τον οποίο άθελά του σκότωσε ο Απόλλων με τον δίσκο του που ο [[Ζέφυρος]] εξέτρεψε από την κανονική του [[πορεία]], λόγω αντιζηλίας, ή από το [[αίμα]] του Αίαντος του Τελαμωνίου<br /><b>2.</b> ([[κυρίως]] στον θηλ. τ.) [[είδος]] πολύτιμου λίθου με κυανό [[χρώμα]], πιθ. το [[ζαφείρι]] («λήψονται τὸ [[χρυσίον]] καὶ τὴν ὑάκινθον», ΠΔ)<br /><b>3.</b> [[ονομασία]] μιας απόχρωσης του κυανού χρώματος<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «[[ὑάκινθος]] πορφυρέη»<br /><b>πιθ.</b> [[είδος]] κρίνου, γνωστό [[σήμερα]] με την επιστημονική [[ονομασία]] Lilium martagon.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. [[ὑάκινθος]] (από αρχικό τ. <i>Fάκινθος</i> με [[αντιπροσώπευση]] του -<i>F</i>- στη φωνηεντική του [[μορφή]] ως -<i>υ</i>-) [[είναι]] πιθ. δάνεια από κάποια [[γλώσσα]], πιθ. μεσογειακή, όπως και το συγγενές λατ. <i>vaccinium</i>, [[είδος]] θαμνοειδούς φυτού].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑάκινθος:''' ὁ και ἡ, το [[άνθος]] [[υάκινθος]], σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.· [[άνθος]] που ξεφύτρωσε από το [[αίμα]] του Υάκινθου ή του Αίαντα (του Τελαμώνιου)· πιστεύονταν ότι τα πέταλα έφεραν τα [[πρώτα]] γράμματα του ονόματος [[Αίας]], ΑΙ ή το [[επιφώνημα]] ΑΙΑΙ-, σε Μόσχ.· απ' όπου το [[επίθετο]] <i>γραπτά</i>, σε Θεόκρ. Ο [[υάκινθος]] φαίνεται να απαρτίζεται από [[πολλά]] [[άνθη]] χρώματος σκούρου [[μπλε]]· ο Όμηρ. μιλώντας για σκουρόχρωμες [[τρίχες]] κεφαλιού αναφέρει <i>ὑακινθίνῳ ἄνθει ὁμοῖαι</i>, και ο Θεόκρ. τις αναφέρει μαύρες.<br /><b class="num">II.</b> [[πολύτιμος]] [[λίθος]], κυανού χρώματος, (πιθ.) όχι ο [[γνωστός]] [[υάκινθος]], [[αλλά]] το [[ζαφείρι]], σε Καινή Διαθήκη
}}
}}