Anonymous

ὄχανον: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὄχᾰνον:''' τό ([[ἔχω]]), [[λαβή]] ασπίδας, η στερεωμένη [[ταινία]] στις [[δύο]] άκρες του εσωτερικού της, μέσα από την οποία περνούσε το [[χέρι]] του αυτός που κρατούσε την [[ασπίδα]], σε Ηρόδ.
|lsmtext='''ὄχᾰνον:''' τό ([[ἔχω]]), [[λαβή]] ασπίδας, η στερεωμένη [[ταινία]] στις [[δύο]] άκρες του εσωτερικού της, μέσα από την οποία περνούσε το [[χέρι]] του αυτός που κρατούσε την [[ασπίδα]], σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὄχᾰνον:''' τό (ременная) рукоять щита Her., Luc.
}}
}}