3,276,318
edits
(4) |
(2b) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἡδύχροος:''' -ον ([[χρόα]]), συνηρ. -χρους, -ουν, αυτός που έχει [[γλυκό]] [[χρώμα]], καθαρή [[επιφάνεια]], απαλή και όμορφη [[επιδερμίδα]], σε Ανθ. | |lsmtext='''ἡδύχροος:''' -ον ([[χρόα]]), συνηρ. -χρους, -ουν, αυτός που έχει [[γλυκό]] [[χρώμα]], καθαρή [[επιφάνεια]], απαλή και όμορφη [[επιδερμίδα]], σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἡδύχροος:''' стяж. [[ἡδύχρους]] 2 нежного цвета ([[μέτωπον]] Anth.). | |||
}} | }} |