3,277,820
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 39: | Line 39: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''βάσᾰνος:''' [βᾰ], ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[Λυδία]] [[λίθος]], η οποία χρησιμοποιούνταν για τη [[δοκιμή]] του χρυσού, Λατ. [[lapis]] [[Lydius]], μια σκουρόχρωμη [[πέτρα]] επί της οποίας, όταν τριφθεί καθαρό [[χρυσάφι]], αφήνει ένα χαρακτηριστικό [[σημάδι]], [[ίχνος]], σε Θέογν.<br /><b class="num">II.</b> γενικά, μια [[δοκιμασία]] που αποβλέπει στο να εξακριβώσει αν ένα [[πράγμα]] είναι γνήσιο ή πραγματικό, σε Ηρόδ., Σοφ.<br /><b class="num">III. 1.</b> [[αναζήτηση]] της αλήθειας μέσω βασανισμού, «η [[ανάκριση]]», το [[μαρτύριο]] για [[απόσπαση]] μαρτυρίας, το οποίο εφαρμοζόταν σε δούλους, στους Ρήτ.<br /><b class="num">2.</b> το [[μαρτύριο]] μιας αρρώστιας, σε Καινή Διαθήκη (αμφίβ. προέλ.). | |lsmtext='''βάσᾰνος:''' [βᾰ], ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[Λυδία]] [[λίθος]], η οποία χρησιμοποιούνταν για τη [[δοκιμή]] του χρυσού, Λατ. [[lapis]] [[Lydius]], μια σκουρόχρωμη [[πέτρα]] επί της οποίας, όταν τριφθεί καθαρό [[χρυσάφι]], αφήνει ένα χαρακτηριστικό [[σημάδι]], [[ίχνος]], σε Θέογν.<br /><b class="num">II.</b> γενικά, μια [[δοκιμασία]] που αποβλέπει στο να εξακριβώσει αν ένα [[πράγμα]] είναι γνήσιο ή πραγματικό, σε Ηρόδ., Σοφ.<br /><b class="num">III. 1.</b> [[αναζήτηση]] της αλήθειας μέσω βασανισμού, «η [[ανάκριση]]», το [[μαρτύριο]] για [[απόσπαση]] μαρτυρίας, το οποίο εφαρμοζόταν σε δούλους, στους Ρήτ.<br /><b class="num">2.</b> το [[μαρτύριο]] μιας αρρώστιας, σε Καινή Διαθήκη (αμφίβ. προέλ.). | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''βάσᾰνος:''' (βᾰ) ἡ<br /><b class="num">1)</b> пробный камень Pind., Arst., Anth.;<br /><b class="num">2)</b> проба, испытание (ἐπὶ βάσανον ἀναφέρειν τι и βάσανον λαμβάνειν τινός Plat.): ἐς βάσανον εἶ χερῶν Soph. ты испытаешь силу (наших) рук;<br /><b class="num">3)</b> допрос с пристрастием, пытка (ἐκ βασάνων τἀληθῆ λέγειν Isae.): ἐς πᾶσαν βάσανον ἀφικνεῖσθαι Her. подвергаться всяческим пыткам;<br /><b class="num">4)</b> доказательство (βασανον [[διδόναι]] Arph., Xen., Plat.);<br /><b class="num">5)</b> pl. признание под пыткой Dem.;<br /><b class="num">6)</b> мучение, страдание Sext., NT. | |||
}} | }} |