Anonymous

δίαυλος: Difference between revisions

From LSJ
1b
(4)
(1b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δίαυλος:''' ὁ ([[δίς]]),·<br /><b class="num">I.</b> διπλό [[στάδιο]], [[δρόμος]], [[διπλή]] [[κούρσα]], στην οποία ο [[δρομέας]] έτρεχε στο πιο μακρινό [[σημείο]] του <i>σταδίου</i>, έστριβε στο στύλο ([[καμπτήρ]]), και έτρεχε [[πίσω]] από την [[άλλη]] [[πλευρά]] του <i>σταδίου</i>, σε Πίνδ., Σοφ., Ευρ.· μεταφ., κάμψαι διαύλου [[θάτερον]] [[κῶλον]], [[επιστρέφω]] [[εκεί]] όπου αναχώρησα, [[ξαναγυρίζω]] απ' τον ίδιο δρόμο, σε Αισχύλ.· επίσης, <i>δίαυλοι κυμάτων</i>, [[πλημμυρίδα]] και άμπωτη, σε Ευρ.· δίσσους ἂν [[ἔβαν]] διαύλους, θα επέστρεφαν διπλά, στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> [[πορθμός]], γεωγραφικό στενό, στον ίδ.
|lsmtext='''δίαυλος:''' ὁ ([[δίς]]),·<br /><b class="num">I.</b> διπλό [[στάδιο]], [[δρόμος]], [[διπλή]] [[κούρσα]], στην οποία ο [[δρομέας]] έτρεχε στο πιο μακρινό [[σημείο]] του <i>σταδίου</i>, έστριβε στο στύλο ([[καμπτήρ]]), και έτρεχε [[πίσω]] από την [[άλλη]] [[πλευρά]] του <i>σταδίου</i>, σε Πίνδ., Σοφ., Ευρ.· μεταφ., κάμψαι διαύλου [[θάτερον]] [[κῶλον]], [[επιστρέφω]] [[εκεί]] όπου αναχώρησα, [[ξαναγυρίζω]] απ' τον ίδιο δρόμο, σε Αισχύλ.· επίσης, <i>δίαυλοι κυμάτων</i>, [[πλημμυρίδα]] και άμπωτη, σε Ευρ.· δίσσους ἂν [[ἔβαν]] διαύλους, θα επέστρεφαν διπλά, στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> [[πορθμός]], γεωγραφικό στενό, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''δίαυλος:''' ὁ<b class="num">1)</b> двойной пробег (до конца ристалища и обратно) Pind., Soph., Plat., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> возвращение Aesch.: [[ἔβην]] δ. Eur. я вернулся; δίαυλοι κυμάτων Eur. прилив и отлив волн;<br /><b class="num">3)</b> теснина, пролив (στενὸς δ. πέτρας Eur.).
}}
}}