Anonymous

στρουθίζω: Difference between revisions

From LSJ
4
(38)
(4)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=ΜΑ<br />[[κελαηδώ]] σαν [[σπουργίτης]]<br />(αρχ) [[καθαρίζω]] έρια ή υφάσματα με στρουθειον, με [[σαπουνόχορτο]] («λαβὼν ἔρια μαλακὰ οἰσυπηρά, ἔκπλυνον, ἐστρουθισμένα θερμῷ ὕδατι», <b>Διοσκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στρουθός]]. Το ρ. με τη σημ. «[[καθαρίζω]] υφάσματα» <span style="color: red;"><</span> [[στρούθειον]].
|mltxt=ΜΑ<br />[[κελαηδώ]] σαν [[σπουργίτης]]<br />(αρχ) [[καθαρίζω]] έρια ή υφάσματα με στρουθειον, με [[σαπουνόχορτο]] («λαβὼν ἔρια μαλακὰ οἰσυπηρά, ἔκπλυνον, ἐστρουθισμένα θερμῷ ὕδατι», <b>Διοσκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στρουθός]]. Το ρ. με τη σημ. «[[καθαρίζω]] υφάσματα» <span style="color: red;"><</span> [[στρούθειον]].
}}
{{elru
|elrutext='''στρουθίζω:''' чирикать, щебетать Arph.
}}
}}