3,274,916
edits
(4) |
(2b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ζωγρία:''' Ιων. -ίη, ἡ, το να συλλαμβάνεται [[κάποιος]] [[ζωντανός]] (και [[συνήθως]] η [[μετέπειτα]] [[αιχμαλωσία]] του)· <i>ζωγρίῃ λαμβάνειν</i> ή <i>αἱρέειν = ζωγρεῖν</i>, σε Ηρόδ. | |lsmtext='''ζωγρία:''' Ιων. -ίη, ἡ, το να συλλαμβάνεται [[κάποιος]] [[ζωντανός]] (και [[συνήθως]] η [[μετέπειτα]] [[αιχμαλωσία]] του)· <i>ζωγρίῃ λαμβάνειν</i> ή <i>αἱρέειν = ζωγρεῖν</i>, σε Ηρόδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ζωγρία:''' ион. [[ζωγρίη]] ἡ Her., Polyb. = [[ζωγρεία]]. | |||
}} | }} |