Anonymous

ὁμωρόφιος: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὁμωρόφιος:''' -ον ([[ὄροφος]]), αυτός που κατοικεί [[κάτω]] από την [[ίδια]] [[στέγη]] με κάποιον [[άλλο]], με δοτ., Δημ.
|lsmtext='''ὁμωρόφιος:''' -ον ([[ὄροφος]]), αυτός που κατοικεί [[κάτω]] από την [[ίδια]] [[στέγη]] με κάποιον [[άλλο]], με δοτ., Δημ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὁμωρόφιος:''' живущий под одной крышей, т. е. в одном доме (τινι Dem.).
}}
}}