3,276,932
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὑπερπίπτω:''' μέλ. -[[πεσοῦμαι]],<br /><b class="num">I.</b> [[πέφτω]] από πάνω, περνώ πάνω από, χύνομαι πάνω από, [[επιρρίπτω]], [[εκτοξεύω]], [[εκσφενδονίζω]], σε Στράβ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για χρόνο, [[παρέρχομαι]], περνώ, σε Ηρόδ. | |lsmtext='''ὑπερπίπτω:''' μέλ. -[[πεσοῦμαι]],<br /><b class="num">I.</b> [[πέφτω]] από πάνω, περνώ πάνω από, χύνομαι πάνω από, [[επιρρίπτω]], [[εκτοξεύω]], [[εκσφενδονίζω]], σε Στράβ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για χρόνο, [[παρέρχομαι]], περνώ, σε Ηρόδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὑπερπίπτω:''' <b class="num">1)</b> выпадать через край, (о реках) разливаться Polyb.;<br /><b class="num">2)</b> проходить, миновать (τῆς Αἰγύπτου Arst.): ἢν ὑπερπέσῃ ἡ [[νῦν]] [[ἡμέρη]] Her. если будет упущен нынешний день. | |||
}} | }} |