Anonymous

κρᾶμα: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
m (Text replacement - "οῡσι" to "οῦσι")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=το (Α κρᾱμα, -άματος)<br /><b>1.</b> [[μίγμα]], [[ένωση]] δύο πραγμάτων («κρᾱμα ψυχῆς καὶ σώματος», Φίλ.)<br /><b>2.</b> μεταλλικό [[προϊόν]] που προκύπτει από την [[ενσωμάτωση]] ενός ή περισσότερων χημικών στοιχείων σε ένα [[μέταλλο]] (α. «[[κράμα]] χρυσού και αργύρου» β.«ἥ προσλαβοῡσα χαλκὸν τὸ καλούμενον γίνεται κρᾱμα, ὅ τινες ὀρείχαλκον καλοῦσι», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[σύνθεση]] ανθρώπινων ιδιοτήτων<br /><b>αρχ.</b><br />[[φλέμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κρα</i>- του [[κεράννυμι]], <b>[[πρβλ]].</b> αόρ. β' <i>ἐ</i>-<i>κρά</i>-<i>θην</i>].
|mltxt=το (Α κρᾱμα, -άματος)<br /><b>1.</b> [[μίγμα]], [[ένωση]] δύο πραγμάτων («κρᾱμα ψυχῆς καὶ σώματος», Φίλ.)<br /><b>2.</b> μεταλλικό [[προϊόν]] που προκύπτει από την [[ενσωμάτωση]] ενός ή περισσότερων χημικών στοιχείων σε ένα [[μέταλλο]] (α. «[[κράμα]] χρυσού και αργύρου» β.«ἥ προσλαβοῡσα χαλκὸν τὸ καλούμενον γίνεται κρᾱμα, ὅ τινες ὀρείχαλκον καλοῦσι», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[σύνθεση]] ανθρώπινων ιδιοτήτων<br /><b>αρχ.</b><br />[[φλέμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κρα</i>- του [[κεράννυμι]], [[πρβλ]]. αόρ. β' <i>ἐ</i>-<i>κρά</i>-<i>θην</i>].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''κρᾶμα:''' ατος τό [[κεράννυμι]]<br /><b class="num">1)</b> смесь (ἐκ [[δύο]] [[τουτέων]] Plat.);<br /><b class="num">2)</b> разбавленное водою вино Plut.
|elrutext='''κρᾶμα:''' ατος τό [[κεράννυμι]]<br /><b class="num">1)</b> смесь (ἐκ [[δύο]] [[τουτέων]] Plat.);<br /><b class="num">2)</b> разбавленное водою вино Plut.
}}
}}