Anonymous

κυματόθριξ: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
(22)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και κυμόθριξ, -[[άτριχος]], ο<br /><b>1.</b> αυτός που έχει κυματιστά μαλλιά ή γένια<br /><b>2.</b> <b>ο πληθ. ως ουσ.</b> <i>οι κυματότριχες</i><br />μια από τις [[τρεις]] κατηγορίες στις οποίες διακρίνονται οι άνθρωποι με [[βάση]] τον σχηματισμό τών μαλλιών τους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κῦμα]], -<i>α</i>-<i>τ</i>-<i>ος</i> <span style="color: red;">+</span> -[[θριξ]] (<span style="color: red;"><</span> [[θρίξ]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ουλό</i>-[[θριξ]], <i>φυκό</i>-[[θριξ]]].
|mltxt=και κυμόθριξ, -[[άτριχος]], ο<br /><b>1.</b> αυτός που έχει κυματιστά μαλλιά ή γένια<br /><b>2.</b> <b>ο πληθ. ως ουσ.</b> <i>οι κυματότριχες</i><br />μια από τις [[τρεις]] κατηγορίες στις οποίες διακρίνονται οι άνθρωποι με [[βάση]] τον σχηματισμό τών μαλλιών τους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κῦμα]], -<i>α</i>-<i>τ</i>-<i>ος</i> <span style="color: red;">+</span> -[[θριξ]] (<span style="color: red;"><</span> [[θρίξ]]), [[πρβλ]]. <i>ουλό</i>-[[θριξ]], <i>φυκό</i>-[[θριξ]]].
}}
}}