Anonymous

μονόκρουνος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
m (Text replacement - "<i>τὸ [[" to "τὸ [[")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[μονόκρουνος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για [[βρύση]]) αυτή που ρέει από έναν μόνο κρουνό<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[μονόκρουνον]]<br />[[δοχείο]] που έχει ένα μόνο [[στόμιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> <i>κρούνη</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>πολύ</i>-<i>κρουνος</i>)].
|mltxt=-η, -ο (Α [[μονόκρουνος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για [[βρύση]]) αυτή που ρέει από έναν μόνο κρουνό<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ [[μονόκρουνον]]<br />[[δοχείο]] που έχει ένα μόνο [[στόμιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> <i>κρούνη</i> ([[πρβλ]]. <i>πολύ</i>-<i>κρουνος</i>)].
}}
}}