Anonymous

χαλεπαίνω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Ζεὺς" to "Ζεὺς"
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
m (Text replacement - "Ζεὺς" to "Ζεὺς")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''χαλεπαίνω''': μέλλ. -ᾰνῶ, Πλάτ. Φαίδων, 116C, κ. ἀλλ.· ― ἀόρ. α΄ ἐχαλέπηνα, ὑποτακτ. χαλεπήνῃ Ἰλ. Π. 386, ἀπαρ. -ῆναι Σ. 108· ― Παθ., ἀόρ. ἐχαλεπάνθην, ἴδε κατωτ. ([[χαλεπός]]). Γίνομαι [[χαλεπός]], [[βαρύς]], [[ὁρμητικός]], [[ἰσχυρός]], ἀγριεύω, ὡς τὸ Λατ. ingravescere, μέγα βρέμεται χαλεπαίνων [[ἄνεμος]] Ἰλ. Ξ. 399· εἰ καὶ [[μάλα]] περ χαλεπαίνοι [χειμὼν] Ὀδ. Ε. 485. 2) ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπὶ ἀνθρώπων, ὀργίζομαι [[σφόδρα]], εἰς ὀργὴν [[ἔρχομαι]], ἀγανακτῶ πολύ, ὅτε τις [[πρότερος]] χαλεπήνῃ Ἰλ. Τ. 183· ἀπολ. [[ὡσαύτως]] παρ’ Ἀττ., Ἀριστοφ. Βάτρ. 1020, Θουκ. 3. 82, Πλάτ., κλπ. ἴδε ἐν λ. [[χειμαίνω]] 2· ― μετὰ δοτ., ὀργίζομαι [[σφόδρα]] [[ἐναντίον]] τινός, [[Ζεὺς]] ὅτε δή ῥ’ ἄνδρεσσι κατοσσάμενος χαλεπαίνει Ἰλ. Π. 386, πρβλ. Ὀδ. Ε. 147, Π. 114, Τ. 83· οὕτω, χ. τῷ ποταμῷ Ἡρόδ. 1. 189, πρβλ. Θουκ. 8. 92, Πλάτ., Ξεν. κλπ.· αἱ [κύνες] τοῖς λίθοις, οἷς ἂν βληθῶσι, χαλεπαίνουσι Πλάτ. Πολ. 469Ε· ― [[ὡσαύτως]], ἑπομένης προθ., [[χαλεπαίνω]] ἐπί τινι, ὀργίζομαι διὰ κἄτι τι, Ὀδ. Σ. 415, Υ. 323· [[πρός]] τι Θουκ. 2. 22, 59· [[πρός]] τινα Ξεν. Ἀπομν. 2. 2, 1· ― καὶ μετὰ διπλῆς δοτ. προσ. καὶ πράγμ., χ. τινὶ τοῖς εἰρημένοις, ἀγανακτῶ [[ἐναντίον]] τινὸς διὰ τοὺς λόγους του, ὁ αὐτ. ἐν Ἀν. 5. 5, 24· σπανίως ὡς τὸ χολοῦσθαι, κλπ. μετὰ γενικῆς τοῦ αἰτίου, ὧν ἐμοὶ χαλεπαίνετε, τούτων τοῖς θεοῖς [[χάριν]] εἰδέναι [[αὐτόθι]] 7. 6, 32· οὕτω, χ. ὑπέρ τινος Λουκ. πρὸς Ἀπαίδ. 25· ― ἑπομένης ἐξηρτημένης προτάσεως, χαλ. ὅτι... Ξεν. Ἀνάβ. 1. 5, 14· χαλ. εἰ... Πλουτ. Κάμιλλ. 8, κλπ. ΙΙ. [[διεγείρω]] εἰς ὀργήν, [[ἐρεθίζω]], χαλεπαίνει ὁ ὀργιζόμενος Ἀριστ. Ποιητ. 17, 3. ― Παθ., πικραίνομαι ἢ ἐξερεθίζομαι, σχεδὸν ὡς τὸ ἐνεργ. χαλεπανθῆναί τινι, ὅτι..., [[ἐναντίον]] τινὸς 4. 6, 2, Κύρου Παιδ. 3. 1, 38· [[πρός]] τινα [[αὐτόθι]] 5. 2, 18. ΙΙΙ. ἐν τῷ παθ. [[ὡσαύτως]], θεωροῦμαι μετ’ ὀργῆς, μὲ μεταχειρίζονται [[τραχέως]], ἐλεεῖσθαι... [[μᾶλλον]] [[εἰκός]] ἐστί που... ἢ χαλεπαίνεσθαι Πλάτ. Πολ. 337Α. ― Πρβλ. [[χαλέπτω]]. ― Οὐδέποτε ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Τραγ.
|lstext='''χαλεπαίνω''': μέλλ. -ᾰνῶ, Πλάτ. Φαίδων, 116C, κ. ἀλλ.· ― ἀόρ. α΄ ἐχαλέπηνα, ὑποτακτ. χαλεπήνῃ Ἰλ. Π. 386, ἀπαρ. -ῆναι Σ. 108· ― Παθ., ἀόρ. ἐχαλεπάνθην, ἴδε κατωτ. ([[χαλεπός]]). Γίνομαι [[χαλεπός]], [[βαρύς]], [[ὁρμητικός]], [[ἰσχυρός]], ἀγριεύω, ὡς τὸ Λατ. ingravescere, μέγα βρέμεται χαλεπαίνων [[ἄνεμος]] Ἰλ. Ξ. 399· εἰ καὶ [[μάλα]] περ χαλεπαίνοι [χειμὼν] Ὀδ. Ε. 485. 2) ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπὶ ἀνθρώπων, ὀργίζομαι [[σφόδρα]], εἰς ὀργὴν [[ἔρχομαι]], ἀγανακτῶ πολύ, ὅτε τις [[πρότερος]] χαλεπήνῃ Ἰλ. Τ. 183· ἀπολ. [[ὡσαύτως]] παρ’ Ἀττ., Ἀριστοφ. Βάτρ. 1020, Θουκ. 3. 82, Πλάτ., κλπ. ἴδε ἐν λ. [[χειμαίνω]] 2· ― μετὰ δοτ., ὀργίζομαι [[σφόδρα]] [[ἐναντίον]] τινός, [[Ζεύς|Ζεὺς]] ὅτε δή ῥ’ ἄνδρεσσι κατοσσάμενος χαλεπαίνει Ἰλ. Π. 386, πρβλ. Ὀδ. Ε. 147, Π. 114, Τ. 83· οὕτω, χ. τῷ ποταμῷ Ἡρόδ. 1. 189, πρβλ. Θουκ. 8. 92, Πλάτ., Ξεν. κλπ.· αἱ [κύνες] τοῖς λίθοις, οἷς ἂν βληθῶσι, χαλεπαίνουσι Πλάτ. Πολ. 469Ε· ― [[ὡσαύτως]], ἑπομένης προθ., [[χαλεπαίνω]] ἐπί τινι, ὀργίζομαι διὰ κἄτι τι, Ὀδ. Σ. 415, Υ. 323· [[πρός]] τι Θουκ. 2. 22, 59· [[πρός]] τινα Ξεν. Ἀπομν. 2. 2, 1· ― καὶ μετὰ διπλῆς δοτ. προσ. καὶ πράγμ., χ. τινὶ τοῖς εἰρημένοις, ἀγανακτῶ [[ἐναντίον]] τινὸς διὰ τοὺς λόγους του, ὁ αὐτ. ἐν Ἀν. 5. 5, 24· σπανίως ὡς τὸ χολοῦσθαι, κλπ. μετὰ γενικῆς τοῦ αἰτίου, ὧν ἐμοὶ χαλεπαίνετε, τούτων τοῖς θεοῖς [[χάριν]] εἰδέναι [[αὐτόθι]] 7. 6, 32· οὕτω, χ. ὑπέρ τινος Λουκ. πρὸς Ἀπαίδ. 25· ― ἑπομένης ἐξηρτημένης προτάσεως, χαλ. ὅτι... Ξεν. Ἀνάβ. 1. 5, 14· χαλ. εἰ... Πλουτ. Κάμιλλ. 8, κλπ. ΙΙ. [[διεγείρω]] εἰς ὀργήν, [[ἐρεθίζω]], χαλεπαίνει ὁ ὀργιζόμενος Ἀριστ. Ποιητ. 17, 3. ― Παθ., πικραίνομαι ἢ ἐξερεθίζομαι, σχεδὸν ὡς τὸ ἐνεργ. χαλεπανθῆναί τινι, ὅτι..., [[ἐναντίον]] τινὸς 4. 6, 2, Κύρου Παιδ. 3. 1, 38· [[πρός]] τινα [[αὐτόθι]] 5. 2, 18. ΙΙΙ. ἐν τῷ παθ. [[ὡσαύτως]], θεωροῦμαι μετ’ ὀργῆς, μὲ μεταχειρίζονται [[τραχέως]], ἐλεεῖσθαι... [[μᾶλλον]] [[εἰκός]] ἐστί που... ἢ χαλεπαίνεσθαι Πλάτ. Πολ. 337Α. ― Πρβλ. [[χαλέπτω]]. ― Οὐδέποτε ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Τραγ.
}}
}}
{{bailly
{{bailly