Anonymous

οὕτως: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "Ζεὺς" to "Ζεὺς"
m (Text replacement - " LXX " to " LXX ")
m (Text replacement - "Ζεὺς" to "Ζεὺς")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''οὕτως''': καὶ πρὸ συμφώνου οὕτω (ἂν καὶ [[συχνάκις]] [[εἶναι]] ἐν χρήσει τὸ [[οὕτως]] καὶ πρὸ συμφώνου, Ἰακωψ. Ἀνθ. Π. σελ. 159. 509, ἐν ᾧ τὸ οὕτω [[οὐδέποτε]] ἀπαντᾷ πρὸ φωνήεντος, εἰ μὴ παρ’ Ἐπικ. ποιηταῖς καὶ Ἴωσι πεζογράφοις, ἴδε ἐν τέλ.) παρ’ Ἀττικ. ἐπιτείνεται διὰ προσχηματισμοῦ, [[οἷον]] οὑτωσί, Πλάτ. Γοργ. 503D, κτλ. (ἴδε ἐν λ. [[οὗτος]] Α)· - Ἐπίρρ. τοῦ [[οὗτος]], ὡς τὸ Λατ. sic ἢ hic, κατὰ τοῦτον τὸν τρόπον, [[τοιουτοτρόπως]]· - [[κυρίως]] τὸ [[οὕτως]] [[εἶναι]] τὸ δεικτικὸν τοῦ ὡς, ὡς τὸ Λατιν. sic τοῦ ut, Ἰλ. Δ. 178, Ὀδ. Δ. 148, κτλ.· παρ’ Ἀττ. [[προσέτι]] [[οὕτως]] [[ὥσπερ]], Σοφ. Τρ. 475, Ξεν., κτλ.· [[ὡσαύτως]] [[ὥσπερ]] ..., [[οὕτως]] ..., Πλάτ. Ἴων 534Α· οὕτω καὶ [[οὕτως]], [[ὅπως]] ..., Σοφ. Τρ. 330, Ξεν.· ποιητ. [[ὡσαύτως]], [[ὥστε]]..., οὕτω δέ..., Σοφ. Τρ. 112· - [[οὕτως]] [[συχνάκις]] παραλείπεται μετὰ τὸ ὡς, ὡς ἔδοξεν αὐτοῖς, καὶ ἐποίουν Θουκ. 8. 1, πρβλ. Θεόκρ. 7. 45 κἑξ. Παρὰ τοῖς πεζογράφοις [[συχνάκις]] ἀκολουθεῖ ἡ ἀναφορ. ἀντωνυμ. ἀντὶ τοῦ [[ὥστε]], ἴδε κατωτ. ΙΙΙ· - [[ὅταν]] δύο τρόποι ἀντιτίθενται πρὸς ἀλλήλους, [[συχνάκις]] ἐκφέρονται διὰ τῶν ἐπιρρ. οὕτω καὶ ἐκείνως· [[τότε]] μὲν ἐκείνως, νῦν δ’ οὕτω Ἰσοκρ. 269Β· οὕτω ῥᾷον ἢ ἐκείνως Πλάτ. Πολ. 370Α, κτλ.· - Ὅταν τὸ οὕτω ἢ -ως ἀναφέρηται εἰς τὸ ἑπόμενον, δύναται νὰ ἑρμηνευθῇ διὰ τοῦ, ὡς ἑξῆς, οὕτω χρὴ ποιεῖν· ἐάν ... Ξεν. Ἀν. 2. 2, 2· οὑτωσὶ δὲ λογίζεσθε Δημ. 308. 9· οὕτω πως ὑπείληφα ὁ αὐτ. 316. 5, πρβλ. Πλάτ. Ἀπολ. 28C· - καὶ [[οὕτως]], καὶ ἐπὶ τοιαύτη ὑποθέσει, Θουκ. 1. 10· οὐδ’ [[οὕτως]] (παρ’ Ὁμ. καὶ ὡς, οὐδ’ ὥς)· - ἐπιτεταμ., οὕτω δὴ Ἰλ. Β. 158, Ὀδ. Ε. 204· οὕτω δή τοι, Ἰλ. Ο. 201· οὕτω δή τι, ἴδε κατωτ. ΙΙΙ· [[ὡσαύτως]], οὕτω που, οὕτω [[στοχάζομαι]], Ἰλ. Β. 116, Ὀδ. Ι. 262, κλ.· οὕτω πῃ Ἰλ. Ω. 373· - ὥς ὁ μὲν [[οὕτως]] ἐστὶ [[σόος]], κατὰ τοῦτον τὸν τρόπον σῴζεται, Ὀδ. Τ. 300. - Δυνάμεθα νὰ σημειώσωμεν τὰς ἀκολούθους φράσεις: 1) οὕτω δὴ ἔσται, οὕτω θὰ γίνῃ, ἐπικυρουμένου τοῦ προηγηθέντος, Ὀδ. Λ. 348· ἔσσεται [[οὕτως]] Π. 31, κτλ.· - παρὰ τοῖς πεζογράφοις [[ἁπλῶς]] [[οὕτως]], ἐπὶ ἀποκρίσεων, ἀκριβῶς οὕτω, Ξεν. Οἰκ. 1. 9· [[οὕτως]], ἢ οὐχ [[οὕτως]]; - οὕτω μὲν οὖν Πλάτ. Πολ. 551Β, κτλ. 2) ἐμφατικὸν μετὰ προστ., κεῖσ’ [[οὕτως]], μένε ἐδῶ, ἐπὶ ἀνθρώπου ὃν ἄρτι τις ἔρριψε [[κάτω]] νεκρόν, Ἰλ. Φ. 184, πρβλ. Ὀδ. Ε. 146. 3) ἐπὶ εὐχῶν ἢ προσευχῶν, οὕτω νῦν [[Ζεὺς]] θείη, «οὕτω νὰ δώσῃ ὁ Θεὸς» ... (ὡς παρ’ Ὁρατίῳ sic te diva potens Cypri ... regat), Ὀδ. Θ. 465., Λ. 180, πρβλ. Ἰλ. Φ. 412, κλ.· [[οὕτως]] [[ἔρως]] σοι ... [[τελεσφόρος]] γένοιτο Εὐρ. Μήδ. 714· [[ὡσαύτως]], αἴθ’ [[οὕτως]] ..., αἱ γὰρ [[οὕτως]] ... Ὀδ. Ρ. 494., Π. 99· - οὕτω παρ’ Ἀττ. ἐπὶ ὅρκων ἢ διαμαρτυρίας, [[οὕτως]] ὀναίμην τῶν τέκνων, μισῶ τὸν ἄνδρα, («ἔτσι νὰ χαρῶ τὰ [[παιδιά]] μου»), Ἀριστοφ. Θεσμ. 469· οὕτω ... νομιζοίμην [[σοφός]], ὡς ... ὁ αὐτ. ἐν Νεφ. 520. 4) ἐν τῇ συνηθείᾳ κατὰ τὴν ἔναρξιν διηγήσεως, οὕτω ποτ’ ἦν μῦς καὶ [[γαλῆ]], «ἔτσι μιὰ φορὰ κ’ ἕναν καιρό», Ἀριστοφ. Σφ. 1182· [[οὕτως]] ἦν [[νεανίσκος]] ὁ αὐτ. ἐν Λυσ. 784· ἦν οὕτω δὴ [[παῖς]] Πλάτ. Φαῖδρ. 237Β. 5) [[οὕτως]] ἔχειν, [[οὕτως]] ἔχειν τινὸς ἢ [[περί]] τινος, ἴδε ἔχω Β. ΙΙ. 2· τὸ ἔχειν [[ἐνίοτε]] παραλείπεται, τούτων μὲν οὕτω, τόσον διὰ [[ταῦτα]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 950, πρβλ. Ἀριστ. Πολιτικ. 1. 2· ἐπὶ τοπικῆς ἐννοίας, [[ὥσπερ]] Χαλκὶς ... τῆς Εὐβοίας ... κεῖται, οὕτω Χερρονήσου … ἡ Καρδιανῶν [[πόλις]], ὡς ἡ Χαλκὶς κεῖται ὡς πρὸς τὴν Εὔβοιαν [[οὕτως]] ἡ [[πόλις]] τῶν Καρδιανῶν ὡς πρὸς τὴν Χερσόνησον, Δημ. 681. 18· [[ὡσαύτως]]: ἀντὶ τοῦ εἰς τοῦτο: οὕτω δὲ τάρβους ... ἀφικόμην Εὐρ. Φοίν. 361. 6) ὁ οὕτω λεγόμενος, καλούμενος, ὀνομαζόμενος Schäf. Mel. 1, σελ. 14. 82. 7) οὕτω ἢ οὕτω δή, [[συχνάκις]] εἰσάγει τὴν κυρίαν πρότασιν μετὰ τὴν προσδιορίζουσαν, [[ἐπειδὴ]] περιελήλυθε ὁ [[πόλεμος]]..., οὕτω δὴ Γέλωνος μνήστις γέγονε Ἡρόδ. 7. 158, πρβλ. 150, Θουκ. 1. 131., 2. 12, 19, κτλ.· ― κατόπιν μετοχῆς [[μάλιστα]], ἐν κλιβάνῳ πνίξαντες, οὕτω τρώγουσι, δηλ. [[ἐπειδὴ]] ἔπνιξαν, οὕτω..., Ἡρόδ. 2. 92, πρβλ. 100., 1. 196, Valck. 7. 174· [[τἆλλα]] καταστρεψάμενος, οὕτω... στρατεῦσαι [[ὕστερον]] Θουκ. 3. 96· εἰς τὰ σκληρότατα ἀποβλέποντες, [[οὕτως]] ἂν [[μᾶλλον]] ξυννοήσαιμεν Πλάτ. Φίληβ. 44Ε, πρβλ. Γοργ. 457C, 507D, Ἀπολ. 29Β· [[οὕτως]], [[ἔπειτα]] [[οὕτως]] Ξεν. Ἀν. 7. 1, 4· ― οὕτω καὶ μετὰ γενικὴν ἀπόλ., ὡς... τῶν ἡγεμόνων ὑμῖν μὴ μεμπτῶν γεγενημένων, οὕτω τὴν γνώμην ἔχετε Θουκ. 7. 15, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 1. 6, 11, Ἀν. 1. 3, 6, κτλ. ΙΙ. [[ἐνίοτε]] ἐπὶ συμπερασμετικῆς [[ὄντως]] ἐννοίας, [[ὅθεν]], διὰ τοῦτο, [[οὕτως]] ἀμυντέ’ ἐστὶ τοῖς κοσμουμένοις, κοὔτοι γυναικὸς [[οὐδαμῶς]] ἡσσητέα Σοφ. Ἀντ. 677· οὕτω δὴ Πλάτ. Φαίδων 61Β, κτλ. ΙΙΙ. μετ’ ἐπιθέτ. ἠ ἐπιρρ., τόσον, τόσον πολύ, τόσον καθ’ ὑπερβολήν, καλὸς οὕτω Ἰλ. Γ. 169· [[πρυμνόθεν]] [[οὕτως]], τόσον ἐντελῶς, Αἰσχύλ. Θήβ. 1056, πρβλ. Θουκ. 2. 47, Ξεν. Κύρ. 1. 3, 8· [[οὕτως]] τι Ἀριστοφ. Ὄρ. 63· ― ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει [[συχνάκις]] ἀκολουθεῖ ὡς ἢ [[ὥστε]], Ἡρόδ. 1. 32, Πλάτ. Πολ. 477Α, Ξενοφ. Ἀν. 7. 4, 3, κτλ.· ― [[ἐνίοτε]] τὸ ἀναφορικ. ὃς λαμβάνει τὸν τόπον τοῦ [[ὥστε]], [[οἷον]] [[κρήνη]] οὕτω δή τι [[ἐοῦσα]] πικρή, ἢ κιρνᾷ (δηλ. [[ὥστε]] κιρνᾶν) Ἡρόδ. 4. 52, [[ἔνθα]] ἴδε Valck.· οὐκ ἔστιν οὕτω μῶρος ὃς θανεῖν ἐρᾷ Σοφ. Ἀντ. 220· τίς δ’ [[οὕτως]] [[ἄνους]] ὃς...; Ἀριστοφ. Ἀχ. 736, πρβλ. Δημ. 100. 20· ― [[ὡσαύτως]], [[δυσχείμερος]] αὕτη ἡ... χώρη οὕτω δή τί ἐστι, [[ἔνθα]] (ὅ ἐστι [[ὥστε]] [[ἐνταῦθα]]) τοὺς μὲν ὀκτὼ τῶν μηνῶν [[ἀφόρητος]] οἷος γίνεται κρυμὸς Ἡρόδ. 4. 28· ― [[ἐνίοτε]] οὐδὲν συνδετικὸν [[μόριον]] τίθεται, αἱ... κεφαλαί εἰσι οὕτω δή τι ἰσχυραί, [[μόγις]] ἂν λίθῳ παίσας διαράξειας, τόσον ἰσχυραί, ― [[μόλις]] διὰ λίθου θὰ ἠδύνασο νά..., Ἡρόδ. 3. 12. IV. οὕτω [[ἐνίοτε]] κεῖται ὡς τὸ [[αὔτως]], μετὰ μειωτικῆς δυνάμεως, [[οὕτως]], μόνον [[ἁπλῶς]], ὡς τὸ Λατ. sic (Donat. Terent. Andr. 1. 2, 4), παρ’ Ὁμ. ἀείποτε μὰψ [[οὕτως]], Ἰλ. Β. 120 ([[διότι]] [[ἄνευ]] τοῦ μάψ, μεταχειρίζεται ἀεὶ τὸ [[αὔτως]]), πρβλ. Ἡρόδ. 1. 5· οὕτω πίνοντας πρὸς ἡδονὴν (ὡς παρ’ Ὁρατ. jacentes sic temere) Πλάτ. Συμπ. 176ε, πρβλ. Γοργ. 447Α, Φαῖδρ. 235C, Θεαίτ. 147C, 158B, κτλ.· ἐν συνουσίᾳ καὶ διατριβῇ [[οὕτως]] [[ἰδίᾳ]] Δημ. 537. 18, πρβλ. Buttm. εἰς Δημ. κατὰ Μειδ. ἐν τῷ Πίνακι· οὕτω, οὕτω γε Πλάτ. Θεαίτ. 142D· οὕτω ποτὲ ὁ αὐτ. ἐν Λυσ. 216C· οὕτω πως Δημ. 14. 28· [[ὡσαύτως]], ἐκ τοῦ προχείρου, ἀμέσως, Πλάτ. Γοργ. 464Β, κτλ.· [[ἁπλῶς]] [[οὕτως]] ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 633C· ἀλλ’ [[οὕτως]] ἄπει; οὕτω, χωρὶς νὰ εἴπῃς τι περισσότερον...; Σοφ. Φ. 1067· ἢ στραφεὶς [[οὕτως]] ἴω; ὁ αὐτ. ἐν Ἀντ. 315, πρβλ. Εὐρ. Ἡρακλ. 375· ὡς [[οὕτως]] γ’ ἀκοῦσαι, ἐκ πρώτης ἀκοῆς, Πλάτ. Εὐθύφρων 3Β· οὕτω, ὥς γε οὑτωσὶ ἀκοῦσαι ὁ αὐτ. ἐν Λυσ. 216Α· ἀκούειν μὲν [[οὕτως]] ὁ αὐτ. ἐν Φιλήβ. 12C· οὐ... [[οὕτως]] ἄπει = ἀτιμωρητί, Εὐρ. Ἄλκ. 680. Β. Θέσις τοῦ οὕτω ἢ [[οὕτως]]: ― ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, τίθεται πρὸ τῆς λέξεως ἣν ὁρίζει, ἀλλὰ παρὰ ποιηταῖς [[ἐνίοτε]] μετ’ αὐτήν, καλὸς οὕτω Ἰλ. ?. 169· [[λίην]] οὕτω Ὀδ. Ν. 237· ἔρημος οὕτω, [[ἄγαν]] οὕτω Σοφ. Φ. 487, 598· ― σπανίως ἐν τέλει προτάσεως, Ὀδ. Σ. 255, Ἡρόδ. 7. 170· ― [[ἐνίοτε]] χωρίζεται ἀπὸ τῆς λέξεως ἣν προσδιορίζει, [[οὕτως]] ἔχει τι δεινὸν Σοφ. Φ. 104· [[οὕτως]] ἐπὶ δεινὰς ἁρπαγὰς Πλάτ. Πολ. 391D, πρβλ. Θουκ. 2. 11· οὕτω δ’ ἦν ὁ Φίλιππος ἐν φόβῳ... [[ὥστε]]... Δημ. 236. 19. Γ. Προσῳδία: [ἡ λήγουσα ἐν τῷ ἐπιρρ. οὕτω [[ἐνίοτε]] [[εἶναι]] βραχεῖα παρ’ Ὁμ. πρὸ βραχέος φωνήεντος, καλὸν δ’ οὕτω ἐγὼν οὔ πω ἴδον ὀφθαλμοῖσιν Ἰλ. Γ. 169· οὕτω ὑπερφιάλους, μή τοι κατὰ πάντα φάγωσι Ὀδ. Γ. 315. Τὸ ι τοῦ οὑτωσὶ [[εἶναι]] ἀείποτε [[μακρόν]], ἴδε ἐν λ. [[οὗτος]] ἐν ἀρχ.].
|lstext='''οὕτως''': καὶ πρὸ συμφώνου οὕτω (ἂν καὶ [[συχνάκις]] [[εἶναι]] ἐν χρήσει τὸ [[οὕτως]] καὶ πρὸ συμφώνου, Ἰακωψ. Ἀνθ. Π. σελ. 159. 509, ἐν ᾧ τὸ οὕτω [[οὐδέποτε]] ἀπαντᾷ πρὸ φωνήεντος, εἰ μὴ παρ’ Ἐπικ. ποιηταῖς καὶ Ἴωσι πεζογράφοις, ἴδε ἐν τέλ.) παρ’ Ἀττικ. ἐπιτείνεται διὰ προσχηματισμοῦ, [[οἷον]] οὑτωσί, Πλάτ. Γοργ. 503D, κτλ. (ἴδε ἐν λ. [[οὗτος]] Α)· - Ἐπίρρ. τοῦ [[οὗτος]], ὡς τὸ Λατ. sic ἢ hic, κατὰ τοῦτον τὸν τρόπον, [[τοιουτοτρόπως]]· - [[κυρίως]] τὸ [[οὕτως]] [[εἶναι]] τὸ δεικτικὸν τοῦ ὡς, ὡς τὸ Λατιν. sic τοῦ ut, Ἰλ. Δ. 178, Ὀδ. Δ. 148, κτλ.· παρ’ Ἀττ. [[προσέτι]] [[οὕτως]] [[ὥσπερ]], Σοφ. Τρ. 475, Ξεν., κτλ.· [[ὡσαύτως]] [[ὥσπερ]] ..., [[οὕτως]] ..., Πλάτ. Ἴων 534Α· οὕτω καὶ [[οὕτως]], [[ὅπως]] ..., Σοφ. Τρ. 330, Ξεν.· ποιητ. [[ὡσαύτως]], [[ὥστε]]..., οὕτω δέ..., Σοφ. Τρ. 112· - [[οὕτως]] [[συχνάκις]] παραλείπεται μετὰ τὸ ὡς, ὡς ἔδοξεν αὐτοῖς, καὶ ἐποίουν Θουκ. 8. 1, πρβλ. Θεόκρ. 7. 45 κἑξ. Παρὰ τοῖς πεζογράφοις [[συχνάκις]] ἀκολουθεῖ ἡ ἀναφορ. ἀντωνυμ. ἀντὶ τοῦ [[ὥστε]], ἴδε κατωτ. ΙΙΙ· - [[ὅταν]] δύο τρόποι ἀντιτίθενται πρὸς ἀλλήλους, [[συχνάκις]] ἐκφέρονται διὰ τῶν ἐπιρρ. οὕτω καὶ ἐκείνως· [[τότε]] μὲν ἐκείνως, νῦν δ’ οὕτω Ἰσοκρ. 269Β· οὕτω ῥᾷον ἢ ἐκείνως Πλάτ. Πολ. 370Α, κτλ.· - Ὅταν τὸ οὕτω ἢ -ως ἀναφέρηται εἰς τὸ ἑπόμενον, δύναται νὰ ἑρμηνευθῇ διὰ τοῦ, ὡς ἑξῆς, οὕτω χρὴ ποιεῖν· ἐάν ... Ξεν. Ἀν. 2. 2, 2· οὑτωσὶ δὲ λογίζεσθε Δημ. 308. 9· οὕτω πως ὑπείληφα ὁ αὐτ. 316. 5, πρβλ. Πλάτ. Ἀπολ. 28C· - καὶ [[οὕτως]], καὶ ἐπὶ τοιαύτη ὑποθέσει, Θουκ. 1. 10· οὐδ’ [[οὕτως]] (παρ’ Ὁμ. καὶ ὡς, οὐδ’ ὥς)· - ἐπιτεταμ., οὕτω δὴ Ἰλ. Β. 158, Ὀδ. Ε. 204· οὕτω δή τοι, Ἰλ. Ο. 201· οὕτω δή τι, ἴδε κατωτ. ΙΙΙ· [[ὡσαύτως]], οὕτω που, οὕτω [[στοχάζομαι]], Ἰλ. Β. 116, Ὀδ. Ι. 262, κλ.· οὕτω πῃ Ἰλ. Ω. 373· - ὥς ὁ μὲν [[οὕτως]] ἐστὶ [[σόος]], κατὰ τοῦτον τὸν τρόπον σῴζεται, Ὀδ. Τ. 300. - Δυνάμεθα νὰ σημειώσωμεν τὰς ἀκολούθους φράσεις: 1) οὕτω δὴ ἔσται, οὕτω θὰ γίνῃ, ἐπικυρουμένου τοῦ προηγηθέντος, Ὀδ. Λ. 348· ἔσσεται [[οὕτως]] Π. 31, κτλ.· - παρὰ τοῖς πεζογράφοις [[ἁπλῶς]] [[οὕτως]], ἐπὶ ἀποκρίσεων, ἀκριβῶς οὕτω, Ξεν. Οἰκ. 1. 9· [[οὕτως]], ἢ οὐχ [[οὕτως]]; - οὕτω μὲν οὖν Πλάτ. Πολ. 551Β, κτλ. 2) ἐμφατικὸν μετὰ προστ., κεῖσ’ [[οὕτως]], μένε ἐδῶ, ἐπὶ ἀνθρώπου ὃν ἄρτι τις ἔρριψε [[κάτω]] νεκρόν, Ἰλ. Φ. 184, πρβλ. Ὀδ. Ε. 146. 3) ἐπὶ εὐχῶν ἢ προσευχῶν, οὕτω νῦν [[Ζεύς|Ζεὺς]] θείη, «οὕτω νὰ δώσῃ ὁ Θεὸς» ... (ὡς παρ’ Ὁρατίῳ sic te diva potens Cypri ... regat), Ὀδ. Θ. 465., Λ. 180, πρβλ. Ἰλ. Φ. 412, κλ.· [[οὕτως]] [[ἔρως]] σοι ... [[τελεσφόρος]] γένοιτο Εὐρ. Μήδ. 714· [[ὡσαύτως]], αἴθ’ [[οὕτως]] ..., αἱ γὰρ [[οὕτως]] ... Ὀδ. Ρ. 494., Π. 99· - οὕτω παρ’ Ἀττ. ἐπὶ ὅρκων ἢ διαμαρτυρίας, [[οὕτως]] ὀναίμην τῶν τέκνων, μισῶ τὸν ἄνδρα, («ἔτσι νὰ χαρῶ τὰ [[παιδιά]] μου»), Ἀριστοφ. Θεσμ. 469· οὕτω ... νομιζοίμην [[σοφός]], ὡς ... ὁ αὐτ. ἐν Νεφ. 520. 4) ἐν τῇ συνηθείᾳ κατὰ τὴν ἔναρξιν διηγήσεως, οὕτω ποτ’ ἦν μῦς καὶ [[γαλῆ]], «ἔτσι μιὰ φορὰ κ’ ἕναν καιρό», Ἀριστοφ. Σφ. 1182· [[οὕτως]] ἦν [[νεανίσκος]] ὁ αὐτ. ἐν Λυσ. 784· ἦν οὕτω δὴ [[παῖς]] Πλάτ. Φαῖδρ. 237Β. 5) [[οὕτως]] ἔχειν, [[οὕτως]] ἔχειν τινὸς ἢ [[περί]] τινος, ἴδε ἔχω Β. ΙΙ. 2· τὸ ἔχειν [[ἐνίοτε]] παραλείπεται, τούτων μὲν οὕτω, τόσον διὰ [[ταῦτα]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 950, πρβλ. Ἀριστ. Πολιτικ. 1. 2· ἐπὶ τοπικῆς ἐννοίας, [[ὥσπερ]] Χαλκὶς ... τῆς Εὐβοίας ... κεῖται, οὕτω Χερρονήσου … ἡ Καρδιανῶν [[πόλις]], ὡς ἡ Χαλκὶς κεῖται ὡς πρὸς τὴν Εὔβοιαν [[οὕτως]] ἡ [[πόλις]] τῶν Καρδιανῶν ὡς πρὸς τὴν Χερσόνησον, Δημ. 681. 18· [[ὡσαύτως]]: ἀντὶ τοῦ εἰς τοῦτο: οὕτω δὲ τάρβους ... ἀφικόμην Εὐρ. Φοίν. 361. 6) ὁ οὕτω λεγόμενος, καλούμενος, ὀνομαζόμενος Schäf. Mel. 1, σελ. 14. 82. 7) οὕτω ἢ οὕτω δή, [[συχνάκις]] εἰσάγει τὴν κυρίαν πρότασιν μετὰ τὴν προσδιορίζουσαν, [[ἐπειδὴ]] περιελήλυθε ὁ [[πόλεμος]]..., οὕτω δὴ Γέλωνος μνήστις γέγονε Ἡρόδ. 7. 158, πρβλ. 150, Θουκ. 1. 131., 2. 12, 19, κτλ.· ― κατόπιν μετοχῆς [[μάλιστα]], ἐν κλιβάνῳ πνίξαντες, οὕτω τρώγουσι, δηλ. [[ἐπειδὴ]] ἔπνιξαν, οὕτω..., Ἡρόδ. 2. 92, πρβλ. 100., 1. 196, Valck. 7. 174· [[τἆλλα]] καταστρεψάμενος, οὕτω... στρατεῦσαι [[ὕστερον]] Θουκ. 3. 96· εἰς τὰ σκληρότατα ἀποβλέποντες, [[οὕτως]] ἂν [[μᾶλλον]] ξυννοήσαιμεν Πλάτ. Φίληβ. 44Ε, πρβλ. Γοργ. 457C, 507D, Ἀπολ. 29Β· [[οὕτως]], [[ἔπειτα]] [[οὕτως]] Ξεν. Ἀν. 7. 1, 4· ― οὕτω καὶ μετὰ γενικὴν ἀπόλ., ὡς... τῶν ἡγεμόνων ὑμῖν μὴ μεμπτῶν γεγενημένων, οὕτω τὴν γνώμην ἔχετε Θουκ. 7. 15, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 1. 6, 11, Ἀν. 1. 3, 6, κτλ. ΙΙ. [[ἐνίοτε]] ἐπὶ συμπερασμετικῆς [[ὄντως]] ἐννοίας, [[ὅθεν]], διὰ τοῦτο, [[οὕτως]] ἀμυντέ’ ἐστὶ τοῖς κοσμουμένοις, κοὔτοι γυναικὸς [[οὐδαμῶς]] ἡσσητέα Σοφ. Ἀντ. 677· οὕτω δὴ Πλάτ. Φαίδων 61Β, κτλ. ΙΙΙ. μετ’ ἐπιθέτ. ἠ ἐπιρρ., τόσον, τόσον πολύ, τόσον καθ’ ὑπερβολήν, καλὸς οὕτω Ἰλ. Γ. 169· [[πρυμνόθεν]] [[οὕτως]], τόσον ἐντελῶς, Αἰσχύλ. Θήβ. 1056, πρβλ. Θουκ. 2. 47, Ξεν. Κύρ. 1. 3, 8· [[οὕτως]] τι Ἀριστοφ. Ὄρ. 63· ― ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει [[συχνάκις]] ἀκολουθεῖ ὡς ἢ [[ὥστε]], Ἡρόδ. 1. 32, Πλάτ. Πολ. 477Α, Ξενοφ. Ἀν. 7. 4, 3, κτλ.· ― [[ἐνίοτε]] τὸ ἀναφορικ. ὃς λαμβάνει τὸν τόπον τοῦ [[ὥστε]], [[οἷον]] [[κρήνη]] οὕτω δή τι [[ἐοῦσα]] πικρή, ἢ κιρνᾷ (δηλ. [[ὥστε]] κιρνᾶν) Ἡρόδ. 4. 52, [[ἔνθα]] ἴδε Valck.· οὐκ ἔστιν οὕτω μῶρος ὃς θανεῖν ἐρᾷ Σοφ. Ἀντ. 220· τίς δ’ [[οὕτως]] [[ἄνους]] ὃς...; Ἀριστοφ. Ἀχ. 736, πρβλ. Δημ. 100. 20· ― [[ὡσαύτως]], [[δυσχείμερος]] αὕτη ἡ... χώρη οὕτω δή τί ἐστι, [[ἔνθα]] (ὅ ἐστι [[ὥστε]] [[ἐνταῦθα]]) τοὺς μὲν ὀκτὼ τῶν μηνῶν [[ἀφόρητος]] οἷος γίνεται κρυμὸς Ἡρόδ. 4. 28· ― [[ἐνίοτε]] οὐδὲν συνδετικὸν [[μόριον]] τίθεται, αἱ... κεφαλαί εἰσι οὕτω δή τι ἰσχυραί, [[μόγις]] ἂν λίθῳ παίσας διαράξειας, τόσον ἰσχυραί, ― [[μόλις]] διὰ λίθου θὰ ἠδύνασο νά..., Ἡρόδ. 3. 12. IV. οὕτω [[ἐνίοτε]] κεῖται ὡς τὸ [[αὔτως]], μετὰ μειωτικῆς δυνάμεως, [[οὕτως]], μόνον [[ἁπλῶς]], ὡς τὸ Λατ. sic (Donat. Terent. Andr. 1. 2, 4), παρ’ Ὁμ. ἀείποτε μὰψ [[οὕτως]], Ἰλ. Β. 120 ([[διότι]] [[ἄνευ]] τοῦ μάψ, μεταχειρίζεται ἀεὶ τὸ [[αὔτως]]), πρβλ. Ἡρόδ. 1. 5· οὕτω πίνοντας πρὸς ἡδονὴν (ὡς παρ’ Ὁρατ. jacentes sic temere) Πλάτ. Συμπ. 176ε, πρβλ. Γοργ. 447Α, Φαῖδρ. 235C, Θεαίτ. 147C, 158B, κτλ.· ἐν συνουσίᾳ καὶ διατριβῇ [[οὕτως]] [[ἰδίᾳ]] Δημ. 537. 18, πρβλ. Buttm. εἰς Δημ. κατὰ Μειδ. ἐν τῷ Πίνακι· οὕτω, οὕτω γε Πλάτ. Θεαίτ. 142D· οὕτω ποτὲ ὁ αὐτ. ἐν Λυσ. 216C· οὕτω πως Δημ. 14. 28· [[ὡσαύτως]], ἐκ τοῦ προχείρου, ἀμέσως, Πλάτ. Γοργ. 464Β, κτλ.· [[ἁπλῶς]] [[οὕτως]] ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 633C· ἀλλ’ [[οὕτως]] ἄπει; οὕτω, χωρὶς νὰ εἴπῃς τι περισσότερον...; Σοφ. Φ. 1067· ἢ στραφεὶς [[οὕτως]] ἴω; ὁ αὐτ. ἐν Ἀντ. 315, πρβλ. Εὐρ. Ἡρακλ. 375· ὡς [[οὕτως]] γ’ ἀκοῦσαι, ἐκ πρώτης ἀκοῆς, Πλάτ. Εὐθύφρων 3Β· οὕτω, ὥς γε οὑτωσὶ ἀκοῦσαι ὁ αὐτ. ἐν Λυσ. 216Α· ἀκούειν μὲν [[οὕτως]] ὁ αὐτ. ἐν Φιλήβ. 12C· οὐ... [[οὕτως]] ἄπει = ἀτιμωρητί, Εὐρ. Ἄλκ. 680. Β. Θέσις τοῦ οὕτω ἢ [[οὕτως]]: ― ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, τίθεται πρὸ τῆς λέξεως ἣν ὁρίζει, ἀλλὰ παρὰ ποιηταῖς [[ἐνίοτε]] μετ’ αὐτήν, καλὸς οὕτω Ἰλ. ?. 169· [[λίην]] οὕτω Ὀδ. Ν. 237· ἔρημος οὕτω, [[ἄγαν]] οὕτω Σοφ. Φ. 487, 598· ― σπανίως ἐν τέλει προτάσεως, Ὀδ. Σ. 255, Ἡρόδ. 7. 170· ― [[ἐνίοτε]] χωρίζεται ἀπὸ τῆς λέξεως ἣν προσδιορίζει, [[οὕτως]] ἔχει τι δεινὸν Σοφ. Φ. 104· [[οὕτως]] ἐπὶ δεινὰς ἁρπαγὰς Πλάτ. Πολ. 391D, πρβλ. Θουκ. 2. 11· οὕτω δ’ ἦν ὁ Φίλιππος ἐν φόβῳ... [[ὥστε]]... Δημ. 236. 19. Γ. Προσῳδία: [ἡ λήγουσα ἐν τῷ ἐπιρρ. οὕτω [[ἐνίοτε]] [[εἶναι]] βραχεῖα παρ’ Ὁμ. πρὸ βραχέος φωνήεντος, καλὸν δ’ οὕτω ἐγὼν οὔ πω ἴδον ὀφθαλμοῖσιν Ἰλ. Γ. 169· οὕτω ὑπερφιάλους, μή τοι κατὰ πάντα φάγωσι Ὀδ. Γ. 315. Τὸ ι τοῦ οὑτωσὶ [[εἶναι]] ἀείποτε [[μακρόν]], ἴδε ἐν λ. [[οὗτος]] ἐν ἀρχ.].
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και ούτω (ΑΜ [[οὕτως]] και οὕτω) [[ούτος]]<br />(το [[ούτως]] συν. [[πριν]] από [[φωνήεν]], ενώ το <i>ούτω</i> [[πριν]] από [[σύμφωνο]]) (τροπ. επίρρ.) κατ' αυτό τον τρόπο, [[τοιουτοτρόπως]], [[έτσι]] («οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς», ΚΔ)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «[[ούτως]] εχόντων τών πραγμάτων» — [[κάτω]] από αυτές τις συνθήκες ή περιστάσεις, όπως έχουν τα πράγματα<br />β) «[[ούτως]] ή [[άλλως]]» — [[πάντως]], [[οπωσδήποτε]], [[έτσι]] κι [[αλλιώς]]<br />γ) «[[ούτως]] ειπείν» — [[κατά]] κάποιον τρόπο, σαν να λέμε<br /><b>αρχ.</b><br />Ι. 1. (όταν αναφέρεται σ' αυτό που ακολουθεί) ως [[εξής]] («οὕτω χρὴ ποιεῖν ἐάν...», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> (μερικές φορές με συμπερ. [[έννοια]]) γι' αυτό, όθεν<br /><b>3.</b> (με επίθ. ή επίρρ.) τόσο πολύ (α. «καλὸς, οὕτω», <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β) «οὐκ ἔστιν οὕτω μῶρος ὃς θανεῖν ἐρᾷ», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>4.</b> (με μειωτική [[δύναμη]]) [[απλώς]] μόνο<br /><b>5.</b> εκ του προχείρου, [[αμέσως]] («ἄλλ' [[οὕτως]] ἄπει;», <b>Σοφ.</b>)<br />II. ΙΔΙΑΖΟΥΣΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ: 1. με προστακτική για [[έμφαση]] («κεῑσ' [[οὕτως]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> για ευχές ή προσευχές («ὅτω νῦν [[Ζεὺς]] θείη» — [[έτσι]] να δώσει ο [[θεός]], <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>3.</b> [[κατά]] την [[έναρξη]] διήγησης<br />III. ΘΕΣΗ: 1. συν. τίθεται [[πριν]] από τη [[λέξη]] που προσδιορίζει, [[αλλά]] στους ποιητές μερικές φορές [[μετά]] από αυτήν («[[λίην]] οὕτω», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>2.</b> σπαν. στο [[τέλος]] πρότασης<br /><b>3.</b> μερικές φορές χωρίζεται από τη [[λέξη]] που προσδιορίζει («[[οὕτως]] ἔχει τι δεινόν», <b>Σοφ.</b>).
|mltxt=και ούτω (ΑΜ [[οὕτως]] και οὕτω) [[ούτος]]<br />(το [[ούτως]] συν. [[πριν]] από [[φωνήεν]], ενώ το <i>ούτω</i> [[πριν]] από [[σύμφωνο]]) (τροπ. επίρρ.) κατ' αυτό τον τρόπο, [[τοιουτοτρόπως]], [[έτσι]] («οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς», ΚΔ)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «[[ούτως]] εχόντων τών πραγμάτων» — [[κάτω]] από αυτές τις συνθήκες ή περιστάσεις, όπως έχουν τα πράγματα<br />β) «[[ούτως]] ή [[άλλως]]» — [[πάντως]], [[οπωσδήποτε]], [[έτσι]] κι [[αλλιώς]]<br />γ) «[[ούτως]] ειπείν» — [[κατά]] κάποιον τρόπο, σαν να λέμε<br /><b>αρχ.</b><br />Ι. 1. (όταν αναφέρεται σ' αυτό που ακολουθεί) ως [[εξής]] («οὕτω χρὴ ποιεῖν ἐάν...», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> (μερικές φορές με συμπερ. [[έννοια]]) γι' αυτό, όθεν<br /><b>3.</b> (με επίθ. ή επίρρ.) τόσο πολύ (α. «καλὸς, οὕτω», <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β) «οὐκ ἔστιν οὕτω μῶρος ὃς θανεῖν ἐρᾷ», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>4.</b> (με μειωτική [[δύναμη]]) [[απλώς]] μόνο<br /><b>5.</b> εκ του προχείρου, [[αμέσως]] («ἄλλ' [[οὕτως]] ἄπει;», <b>Σοφ.</b>)<br />II. ΙΔΙΑΖΟΥΣΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ: 1. με προστακτική για [[έμφαση]] («κεῑσ' [[οὕτως]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> για ευχές ή προσευχές («ὅτω νῦν [[Ζεύς|Ζεὺς]] θείη» — [[έτσι]] να δώσει ο [[θεός]], <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>3.</b> [[κατά]] την [[έναρξη]] διήγησης<br />III. ΘΕΣΗ: 1. συν. τίθεται [[πριν]] από τη [[λέξη]] που προσδιορίζει, [[αλλά]] στους ποιητές μερικές φορές [[μετά]] από αυτήν («[[λίην]] οὕτω», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>2.</b> σπαν. στο [[τέλος]] πρότασης<br /><b>3.</b> μερικές φορές χωρίζεται από τη [[λέξη]] που προσδιορίζει («[[οὕτως]] ἔχει τι δεινόν», <b>Σοφ.</b>).
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''οὕτως:''' [[πριν]] από [[σύμφωνο]] [[οὕτω]],<br /><b class="num">I. 1.</b> επίρρ. του [[οὗτος]], όπως το Λατ. sic του [[hic]], δι' [[αυτού]] του μέσου ή μ' αυτόν τον τρόπο, έτσι, [[λοιπόν]]· κανονικά, το [[οὕτως]] προηγείται και αναμένει [[απόδοση]] από το <i>ὡς</i>, όπως το Λατ. sic με το ut, σε Όμηρ. κ.λπ.· [[οὕτω]] δὴ [[ἔσται]], έτσι θα γίνει [[λοιπόν]], αιτιολογώντας ό,τι έχει προηγηθεί, σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ.· στην [[πεζογραφία]] το [[οὕτως]] μόνο του σε απαντήσεις, έτσι επίσης, έτσι ακριβώς, σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> σε ευχές ή προσευχές, [[οὕτω]] [[νῦν]] [[Ζεὺς]] θείη (όπως το sic te [[diva]] regatτου Οράτ.), σε Ομήρ. Οδ.· [[οὕτως]] [[ὀναίμην]] [[τῶν]] τέκνων, <i>[[μισώ]] τον άνδρα</i> (όπως στην Αγγλική so help me God), σε Αριστοφ.· [[οὕτω]] νομιζοίμην [[σοφός]]..., στον ίδ.<br /><b class="num">3.</b> ξεκινώτας μια [[αφήγηση]], [[οὕτω]] ποτ' ἦν [[μῦς]] καὶ [[γαλῆ]], έτσι μια [[φορά]] κι έναν καιρό..., στον ίδ.· ἦνοὕτω δὴ [[παῖς]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">4.</b> [[οὕτως]] ἔχειν, [[οὕτως]] ἔχειν τινός, βλ. [[ἔχω]] Β. II. 2· το <i>ἔχειν</i> μερικές φορές παραλείπεται, τούτων μὲν [[οὕτω]], έτσι, τόσο ως προς αυτό, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">5.</b> εἰς [[τοῦτο]], [[οὕτω]] τάρβους, σε τέτοιο [[σημείο]] τρόμου, σε Ευρ.<br /><b class="num">6.</b> το [[οὕτω]] ή το [[οὕτω]] δή, εισάγουν την [[απόδοση]] μιας δευτερεύουσας πρότασης, [[ἐπειδὴ]] περιελήλυθε ὁ [[πόλεμος]], [[οὕτω]] δὴ Γέλωνος [[μνῆστις]] γέγονε, σε Ηρόδ.· [[μετά]] από μτχ., <i>ἐν κλιβάνῳ πνίξαντες</i>, [[οὕτω]] τρώγουσι, δηλ. [[ἐπειδὴ]] ἔπνιξαν [[οὕτω]]..., στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> ως συμπερασματικό, Λατ. [[itaque]], σε Σοφ., Πλάτ.<br /><b class="num">III.</b> με επίθ. ή επίρρ., τόσο, τόσο [[πολύ]], τόσο μεγάλο· καλὸς [[οὕτω]], σε Ομήρ. Ιλ.· [[πρυμνόθεν]] [[οὕτως]], τόσο πλήρως, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">IV.</b>όπως το [[αὕτως]], με μειωμένη ισχύ, έτσι, [[απλώς]] έτσι, [[απλώς]], όπως το Λατ. sic, μὰψ [[οὕτως]], σε Ομήρ. Ιλ.· [[οὕτω]] πίνοντας πρὸς ἡδονήν (όπως το jacentes sic tempere του Οράτ.), σε Πλάτ.· επίσης, [[παρευθύς]], [[αμέσως]], στον ίδ.· οὐ... [[οὕτως]] ἄπει = [[impune]], σε Ευρ.
|lsmtext='''οὕτως:''' [[πριν]] από [[σύμφωνο]] [[οὕτω]],<br /><b class="num">I. 1.</b> επίρρ. του [[οὗτος]], όπως το Λατ. sic του [[hic]], δι' [[αυτού]] του μέσου ή μ' αυτόν τον τρόπο, έτσι, [[λοιπόν]]· κανονικά, το [[οὕτως]] προηγείται και αναμένει [[απόδοση]] από το <i>ὡς</i>, όπως το Λατ. sic με το ut, σε Όμηρ. κ.λπ.· [[οὕτω]] δὴ [[ἔσται]], έτσι θα γίνει [[λοιπόν]], αιτιολογώντας ό,τι έχει προηγηθεί, σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ.· στην [[πεζογραφία]] το [[οὕτως]] μόνο του σε απαντήσεις, έτσι επίσης, έτσι ακριβώς, σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> σε ευχές ή προσευχές, [[οὕτω]] [[νῦν]] [[Ζεύς|Ζεὺς]] θείη (όπως το sic te [[diva]] regatτου Οράτ.), σε Ομήρ. Οδ.· [[οὕτως]] [[ὀναίμην]] [[τῶν]] τέκνων, <i>[[μισώ]] τον άνδρα</i> (όπως στην Αγγλική so help me God), σε Αριστοφ.· [[οὕτω]] νομιζοίμην [[σοφός]]..., στον ίδ.<br /><b class="num">3.</b> ξεκινώτας μια [[αφήγηση]], [[οὕτω]] ποτ' ἦν [[μῦς]] καὶ [[γαλῆ]], έτσι μια [[φορά]] κι έναν καιρό..., στον ίδ.· ἦνοὕτω δὴ [[παῖς]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">4.</b> [[οὕτως]] ἔχειν, [[οὕτως]] ἔχειν τινός, βλ. [[ἔχω]] Β. II. 2· το <i>ἔχειν</i> μερικές φορές παραλείπεται, τούτων μὲν [[οὕτω]], έτσι, τόσο ως προς αυτό, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">5.</b> εἰς [[τοῦτο]], [[οὕτω]] τάρβους, σε τέτοιο [[σημείο]] τρόμου, σε Ευρ.<br /><b class="num">6.</b> το [[οὕτω]] ή το [[οὕτω]] δή, εισάγουν την [[απόδοση]] μιας δευτερεύουσας πρότασης, [[ἐπειδὴ]] περιελήλυθε ὁ [[πόλεμος]], [[οὕτω]] δὴ Γέλωνος [[μνῆστις]] γέγονε, σε Ηρόδ.· [[μετά]] από μτχ., <i>ἐν κλιβάνῳ πνίξαντες</i>, [[οὕτω]] τρώγουσι, δηλ. [[ἐπειδὴ]] ἔπνιξαν [[οὕτω]]..., στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> ως συμπερασματικό, Λατ. [[itaque]], σε Σοφ., Πλάτ.<br /><b class="num">III.</b> με επίθ. ή επίρρ., τόσο, τόσο [[πολύ]], τόσο μεγάλο· καλὸς [[οὕτω]], σε Ομήρ. Ιλ.· [[πρυμνόθεν]] [[οὕτως]], τόσο πλήρως, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">IV.</b>όπως το [[αὕτως]], με μειωμένη ισχύ, έτσι, [[απλώς]] έτσι, [[απλώς]], όπως το Λατ. sic, μὰψ [[οὕτως]], σε Ομήρ. Ιλ.· [[οὕτω]] πίνοντας πρὸς ἡδονήν (όπως το jacentes sic tempere του Οράτ.), σε Πλάτ.· επίσης, [[παρευθύς]], [[αμέσως]], στον ίδ.· οὐ... [[οὕτως]] ἄπει = [[impune]], σε Ευρ.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[adverb of [[οὗτος]], as Lat. sic of hic]<br /><b class="num">I.</b> in [[this]] way or [[manner]], so, [[thus]]:—[[properly]], [[οὕτως]] is antec. to ὡς, as Lat. sic to ut, Hom., etc.; [[οὕτω]] δὴ [[ἔσται]] so it shall be, ratifying [[what]] goes [[before]], Od., etc.:—in Prose [[οὕτως]] [[alone]] in answers, [[even]] so, [[just]] so, Xen.<br /><b class="num">2.</b> in wishes or prayers, [[οὕτω]] νῦν [[Ζεὺς]] θείη (as Hor. sic te [[diva]] regat), Od.; [[οὕτως]] [[ὀναίμην]] τῶν τέκνων, μισῶ τὸν ἄνδρα (as in Engl., so [[help]] me God), Ar.; [[οὕτω]] νομιζοίμην [[σοφός]]… Ar.<br /><b class="num">3.</b> [[beginning]] a [[story]], [[οὕτω]] ποτ' ἦν μῦς καὶ [[γαλῆ]] so [[once]] [[upon]] a [[time]]…, Ar.; ἦν [[οὕτω]] δὴ [[παῖς]] Plat.<br /><b class="num">4.</b> [[οὕτως]] ἔχειν, [[οὕτως]] ἔχειν τινός, v. ἔχω B. II. 2; ἔχειν is [[sometimes]] omitted, τούτων μὲν [[οὕτω]] so [[much]] for [[this]], Aesch.<br /><b class="num">5.</b> = εἰς [[τοῦτο]], [[οὕτω]] τάρβους to [[such]] a [[pitch]] of [[terror]], Eur.<br /><b class="num">6.</b> [[οὕτω]], or [[οὕτω]] δή, introduces the [[apodosis]] [[after]] a [[protasis]], [[ἐπειδὴ]] περιελήλυθε ὁ [[πόλεμος]], [[οὕτω]] δὴ Γέλωνος [[μνῆστις]] γέγονε Hdt.:— [[after]] participles, ἐν κλιβάνῳ πνίξαντες, [[οὕτω]] τρώγουσι, i. e. [[ἐπειδὴ]] ἔπνιξαν, [[οὕτω]]…, Hdt.<br /><b class="num">II.</b> [[inferential]] Lat. [[itaque]], Soph., Plat.<br /><b class="num">III.</b> with an adj. or adv. so, so [[much]], so [[very]], καλὸς [[οὕτω]] Il.; [[πρυμνόθεν]] [[οὕτως]] so [[entirely]], Aesch.<br /><b class="num">IV.</b> like [[αὔτως]], with a diminishing [[power]], so, [[merely]] so, [[simply]], like Lat. sic, μὰψ [[οὕτως]] Il.; [[οὕτω]] πίνοντας πρὸς ἡδονήν (as Hor. jacentes sic [[temere]]), Plat.; also off-[[hand]], at [[once]], Plat.; οὐ .. [[οὕτως]] ἄπει = [[impune]], Eur.
|mdlsjtxt=[adverb of [[οὗτος]], as Lat. sic of hic]<br /><b class="num">I.</b> in [[this]] way or [[manner]], so, [[thus]]:—[[properly]], [[οὕτως]] is antec. to ὡς, as Lat. sic to ut, Hom., etc.; [[οὕτω]] δὴ [[ἔσται]] so it shall be, ratifying [[what]] goes [[before]], Od., etc.:—in Prose [[οὕτως]] [[alone]] in answers, [[even]] so, [[just]] so, Xen.<br /><b class="num">2.</b> in wishes or prayers, [[οὕτω]] νῦν [[Ζεύς|Ζεὺς]] θείη (as Hor. sic te [[diva]] regat), Od.; [[οὕτως]] [[ὀναίμην]] τῶν τέκνων, μισῶ τὸν ἄνδρα (as in Engl., so [[help]] me God), Ar.; [[οὕτω]] νομιζοίμην [[σοφός]]… Ar.<br /><b class="num">3.</b> [[beginning]] a [[story]], [[οὕτω]] ποτ' ἦν μῦς καὶ [[γαλῆ]] so [[once]] [[upon]] a [[time]]…, Ar.; ἦν [[οὕτω]] δὴ [[παῖς]] Plat.<br /><b class="num">4.</b> [[οὕτως]] ἔχειν, [[οὕτως]] ἔχειν τινός, v. ἔχω B. II. 2; ἔχειν is [[sometimes]] omitted, τούτων μὲν [[οὕτω]] so [[much]] for [[this]], Aesch.<br /><b class="num">5.</b> = εἰς [[τοῦτο]], [[οὕτω]] τάρβους to [[such]] a [[pitch]] of [[terror]], Eur.<br /><b class="num">6.</b> [[οὕτω]], or [[οὕτω]] δή, introduces the [[apodosis]] [[after]] a [[protasis]], [[ἐπειδὴ]] περιελήλυθε ὁ [[πόλεμος]], [[οὕτω]] δὴ Γέλωνος [[μνῆστις]] γέγονε Hdt.:— [[after]] participles, ἐν κλιβάνῳ πνίξαντες, [[οὕτω]] τρώγουσι, i. e. [[ἐπειδὴ]] ἔπνιξαν, [[οὕτω]]…, Hdt.<br /><b class="num">II.</b> [[inferential]] Lat. [[itaque]], Soph., Plat.<br /><b class="num">III.</b> with an adj. or adv. so, so [[much]], so [[very]], καλὸς [[οὕτω]] Il.; [[πρυμνόθεν]] [[οὕτως]] so [[entirely]], Aesch.<br /><b class="num">IV.</b> like [[αὔτως]], with a diminishing [[power]], so, [[merely]] so, [[simply]], like Lat. sic, μὰψ [[οὕτως]] Il.; [[οὕτω]] πίνοντας πρὸς ἡδονήν (as Hor. jacentes sic [[temere]]), Plat.; also off-[[hand]], at [[once]], Plat.; οὐ .. [[οὕτως]] ἄπει = [[impune]], Eur.
}}
}}
{{Chinese
{{Chinese