Anonymous

θανατηφόρος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+):" to "$1 $2, $3:")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1186.png Seite 1186]] [[todtbringend]], [[tödtlich]]; αἶσα Aesch. Ch. 363; γένεθλα Soph. O. R. 181; [[περίοδος]] Plat. Rep. X, 617 d; πᾶσαι μεταβολαὶ πολιτειῶν θανατηφόροι Xen. Hell. 2, 3, 17; ὀδύναι Arist. part. an. 3, 9; Sp., [[νυκτικόραξ]] ᾄδει θανατηφόρον, ein Todtenlied, Nicarch. (XI,186).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1186.png Seite 1186]] [[todtbringend]], [[tödtlich]]; αἶσα Aesch. Ch. 363; γένεθλα Soph. O. R. 181; [[περίοδος]] Plat. Rep. X, 617 d; πᾶσαι μεταβολαὶ πολιτειῶν θανατηφόροι Xen. Hell. 2, 3, 17; ὀδύναι Arist. part. an. 3, 9; Sp., [[νυκτικόραξ]] ᾄδει θανατηφόρον, ein Todtenlied, Nicarch. (XI,186).
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui porte <i>ou</i> donne la mort.<br />'''Étymologie:''' [[θάνατος]], [[φέρω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''θᾰνᾰτηφόρος''': -ον, φέρων θάνατον, [[θανάσιμος]], αἶσα, Αἰσχύλ. Χο. 369· ἐπὶ κτυπημάτων ἢ δυστυχημάτων, Ἱππ. Ἄρθρ. 815· γένεθλα … θανατηφόρα κεῖται, προξενοῦντα θάνατον διὰ μιάσματος, Σοφ. Ο. Τ. 181 (λυρ.)· πᾶσαι μεταβολαὶ πολιτειῶν θανατηφόροι Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 32· θανατηφόρον ᾄδω, [[ψάλλω]] [[ᾆσμα]] θανάτου, [[νυκτικόραξ]] ᾄδει θανατηφόρον Ἀνθ. Π. 11. 186. Πρβλ. [[θανατοφόρος]].
|lstext='''θᾰνᾰτηφόρος''': -ον, φέρων θάνατον, [[θανάσιμος]], αἶσα, Αἰσχύλ. Χο. 369· ἐπὶ κτυπημάτων ἢ δυστυχημάτων, Ἱππ. Ἄρθρ. 815· γένεθλα … θανατηφόρα κεῖται, προξενοῦντα θάνατον διὰ μιάσματος, Σοφ. Ο. Τ. 181 (λυρ.)· πᾶσαι μεταβολαὶ πολιτειῶν θανατηφόροι Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 32· θανατηφόρον ᾄδω, [[ψάλλω]] [[ᾆσμα]] θανάτου, [[νυκτικόραξ]] ᾄδει θανατηφόρον Ἀνθ. Π. 11. 186. Πρβλ. [[θανατοφόρος]].
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui porte <i>ou</i> donne la mort.<br />'''Étymologie:''' [[θάνατος]], [[φέρω]].
}}
}}
{{Thayer
{{Thayer