Anonymous

μεταγενής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0145.png Seite 145]] ές, nachher, später geboren; Men. bei Ath. XIII, 559 e; Luc. de salt. 80; gew. im compar., οἱ μεταγενέστεροι, die Nachkommen, D. Sic. 1, 15. 11, 14; Plut. u. A.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0145.png Seite 145]] ές, nachher, später geboren; Men. bei Ath. XIII, 559 e; Luc. de salt. 80; gew. im compar., οἱ μεταγενέστεροι, die Nachkommen, D. Sic. 1, 15. 11, 14; Plut. u. A.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />né plus tard ; <i>en gén.</i> dernier;<br /><i>Cp.</i> μεταγενέστερος postérieur, ultérieur.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[γίγνομαι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μεταγενής''': -ές, ὁ μετὰ [[ταῦτα]] γεννηθείς, ὁ [[μεταγενής]], ὁ [[νεώτατος]], ὁ [[ἔσχατος]] γεννηθείς, Μένανδρ. ἐν «Ἐμπιπραμένῃ» 1· συγκρ. μεταγενέστερος, Διοσκ. 12. 11, Λουκ. π. Ὀρχ. 80· οἱ μεταγενέστεροι, οἱ μετὰ [[ταῦτα]] ἐσόμενοι, Διόδ. 11. 14. 2) ὁ ἀνήκων εἰς ὑστέρους χρόνους, μεταγενέστεροι συγγραφεῖς Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 9.
|lstext='''μεταγενής''': -ές, ὁ μετὰ [[ταῦτα]] γεννηθείς, ὁ [[μεταγενής]], ὁ [[νεώτατος]], ὁ [[ἔσχατος]] γεννηθείς, Μένανδρ. ἐν «Ἐμπιπραμένῃ» 1· συγκρ. μεταγενέστερος, Διοσκ. 12. 11, Λουκ. π. Ὀρχ. 80· οἱ μεταγενέστεροι, οἱ μετὰ [[ταῦτα]] ἐσόμενοι, Διόδ. 11. 14. 2) ὁ ἀνήκων εἰς ὑστέρους χρόνους, μεταγενέστεροι συγγραφεῖς Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 9.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />né plus tard ; <i>en gén.</i> dernier;<br /><i>Cp.</i> μεταγενέστερος postérieur, ultérieur.<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[γίγνομαι]].
}}
}}
{{grml
{{grml