3,277,301
edits
m (Text replacement - "εῑσα" to "εῖσα") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0632.png Seite 632]] τό, die Fülle, <b class="b2">Menge, </b>der [[Haufen]], bes. Menschenmenge, Volksmenge; Il. 17, 330. 23, 639; Pind. Ol. 13, 43; [[πλῆθος]] ἀνάριθμοι, Aesch. Pers. 40; πλήθει καταυχήσας νεῶν, 344; κακῶν, 421; οὐ μιᾷ ῥώμῃ κτανεῖν νιν, ἀλλὰ σὺν πλήθει χερῶν, Soph. O. R. 123, vgl. 541; auch πόνου, Ai. 863; Eur. στρατοῦ [[πλῆθος]], Rhes. 309; σμικρὸν τὸ [[πλῆθος]] τῆσδε γῆς, Phoen. 722; u. in Prosa: Her. 1, 77. 2, 96; Anzahl, 6, 44. 7, 211; auch die Mehrzahl, der größte Theil, 7, 89; u., wie οἱ πολλοί, der große Hause, das Volk, bes. in der Demokratie, die Volksherrschaft, Volkspartei, 3, 81; Thuc. 5, 84 u. oft; τὸ [[πλῆθος]] καταλυθήσεται, Lys. 13, 16, was häufiger [[δῆμος]] ist; ἐὰν τὸ [[πλῆθος]] ἄρχῃ, Plat. Polit. 292 a, vgl. Legg. III, 689 b, [[ὅπερ]] δῆμός τε καὶ [[πλῆθος]] πόλεώς ἐστιν; er sagt auch χορὸς οὐχ εἷς, ἀλλὰ [[πλῆθος]] χορῶν ἥκει, VII, 800 c; übh. Menge, χρυσοῦ, Phaedr. 279 c; μετὰ πλήθους ἱδρῶτος, mit vielem Schweiße, Tim. 84 e; vgl. στρατοῦ [[πλῆθος]], ein großes Heer, Her. 9, 73; πλοῖα πλήθεϊ πολλά, Her., u. so von der Ausdehnung im Raume, Größe, Geräumigkeit, oft Her., [[ὄρος]] πλήθεϊ μέγιστον, [[πεδίον]] [[πλῆθος]] ἄπειρον, 1, 203. 204. 4, 123; διὰ [[πλῆθος]] οὐσίας ἢ δι' ὀλιγότητα, Plat. Rep. IX, 591 e; u. oft auch von der Zeit, πλήθει χρόνου καὶ ὀλιγότητι, Theaet. 158 d, vgl. 269 b (Thuc. 1, 1); ὡς πλήθει, im Ganzen, überhaupt, Rep. III, 389 d; ὡς ἐπὶ τὸ [[πλῆθος]], gewöhnlicherweise, meistentheils, Phaedr. 275 b. – Überall bei Sp., auch von andern Dingen, τὸ [[πλῆθος]] τοῦ ῥεύματος, Pol. 1, 75, 5. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0632.png Seite 632]] τό, die Fülle, <b class="b2">Menge, </b>der [[Haufen]], bes. Menschenmenge, Volksmenge; Il. 17, 330. 23, 639; Pind. Ol. 13, 43; [[πλῆθος]] ἀνάριθμοι, Aesch. Pers. 40; πλήθει καταυχήσας νεῶν, 344; κακῶν, 421; οὐ μιᾷ ῥώμῃ κτανεῖν νιν, ἀλλὰ σὺν πλήθει χερῶν, Soph. O. R. 123, vgl. 541; auch πόνου, Ai. 863; Eur. στρατοῦ [[πλῆθος]], Rhes. 309; σμικρὸν τὸ [[πλῆθος]] τῆσδε γῆς, Phoen. 722; u. in Prosa: Her. 1, 77. 2, 96; Anzahl, 6, 44. 7, 211; auch die Mehrzahl, der größte Theil, 7, 89; u., wie οἱ πολλοί, der große Hause, das Volk, bes. in der Demokratie, die Volksherrschaft, Volkspartei, 3, 81; Thuc. 5, 84 u. oft; τὸ [[πλῆθος]] καταλυθήσεται, Lys. 13, 16, was häufiger [[δῆμος]] ist; ἐὰν τὸ [[πλῆθος]] ἄρχῃ, Plat. Polit. 292 a, vgl. Legg. III, 689 b, [[ὅπερ]] δῆμός τε καὶ [[πλῆθος]] πόλεώς ἐστιν; er sagt auch χορὸς οὐχ εἷς, ἀλλὰ [[πλῆθος]] χορῶν ἥκει, VII, 800 c; übh. Menge, χρυσοῦ, Phaedr. 279 c; μετὰ πλήθους ἱδρῶτος, mit vielem Schweiße, Tim. 84 e; vgl. στρατοῦ [[πλῆθος]], ein großes Heer, Her. 9, 73; πλοῖα πλήθεϊ πολλά, Her., u. so von der Ausdehnung im Raume, Größe, Geräumigkeit, oft Her., [[ὄρος]] πλήθεϊ μέγιστον, [[πεδίον]] [[πλῆθος]] ἄπειρον, 1, 203. 204. 4, 123; διὰ [[πλῆθος]] οὐσίας ἢ δι' ὀλιγότητα, Plat. Rep. IX, 591 e; u. oft auch von der Zeit, πλήθει χρόνου καὶ ὀλιγότητι, Theaet. 158 d, vgl. 269 b (Thuc. 1, 1); ὡς πλήθει, im Ganzen, überhaupt, Rep. III, 389 d; ὡς ἐπὶ τὸ [[πλῆθος]], gewöhnlicherweise, meistentheils, Phaedr. 275 b. – Überall bei Sp., auch von andern Dingen, τὸ [[πλῆθος]] τοῦ ῥεύματος, Pol. 1, 75, 5. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>ion.</i> -εος, <i>att.</i> -ους (τό) :<br /><b>I.</b> grande quantité :<br /><b>1</b> <i>avec idée de nombre</i> foule, multitude : [[πλῆθος]] στρατοῦ (<i>p.</i> στρατὸς [[πολύς]]) HDT armée nombreuse ; <i>abs.</i> τὸ [[πλῆθος]], le plus grand nombre ; multitude, foule, le peuple, <i>p. opp. à l'aristocratie ou à la royauté</i> HDT, THC ; <i>ou</i> populace, <i>p. opp. au peuple</i> [[δῆμος]] ; <i>en ce sens au plur.</i> τὰ πλήθη, les masses populaires, la masse ; <i>adv.</i> • [[ἐς]] [[πλῆθος]], en foule ; • [[ὡς]] πλήθει, généralement parlant;<br /><b>2</b> <i>avec idée de volume</i> masse, grande quantité ; <i>fig.</i> [[πλῆθος]] πημάτων ESCHL, [[πλῆθος]] πόνου SOPH abondance de douleurs, de peines;<br /><b>3</b> <i>avec idée d'espace</i> [[πεδίον]] [[πλῆθος]] ἄπειρον HDT plaine d'une immense étendue;<br /><b>4</b> <i>avec idée de temps</i> [[πλῆθος]] χρόνου THC long espace de temps;<br /><b>II.</b> quantité indéterminée, <i>d'où</i><br /><b>1</b> quantité <i>en gén.</i> πόσον [[τι]] [[πλῆθος]] [[ἦν]] [[νεῶν]] Ἑλληνίδων ; ESCHL quel pouvait être le nombre des vaisseaux grecs ?;<br /><b>2</b> le petit nombre.<br />'''Étymologie:''' R. Πλε, être plein ; v. [[πίμπλημι]], cf. <i>lat.</i> plebs, plenus, etc. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πλῆθος''': -εος, τό, Δωρ. πλᾶθος, Βοιωτ. [[πλεῖθος]], ἴδε τὴν λέξ.: ([[πλήθω]], ἴδε ἐν λ. πίμμπλημι). Μέγας ἀριθμός, πολλοὶ [[ὁμοῦ]], [[πλῆθος]], [[ὄχλος]], [[μάλιστα]] ἐπὶ πλήθους ἀνθρώπων, Ἰλ. Ρ. 330, Ἡρόδ. 1. 77, κτλ.· στρατοῦ πλ., [[περίφρασις]] ἀντὶ τοῦ στρατὸς [[πολύς]], Ἡρόδ. 9. 73· φιλόσοφον... πλ. ἀδύνατον [[εἶναι]], τὸ [[πλῆθος]], οἱ πολλοὶ δὲν δύνανται νὰ ὦσι φιλόσοφοι, Πλάτ. Πολ. 494Α, κτλ. 2) τὸ [[πλῆθος]], τὸ μέγιστον [[μέρος]], ὡς τὸ πολύ, οἱ πολλοί, οἱ πλεῖστοι, τὸ πλεῖστον [[μέρος]], τὸ κύριον [[σῶμα]], τὸ πλ. τοῦ στρατοῦ Ἡρόδ. 1. 82 πρβλ. 5. 92· τῆς δυνάμεως τὸ πλ. Ξεν. Κύρ. 2. 1, 6· τὸ πλ. τῆς ψυχῆς, τὸ κύριον [[μέρος]] τῆς..., Πλάτ. Νόμ. 689Α· ― ὡς οὐσιαστικὸν περιληπτ. μετὰ πληθυντ. ῥήματ., Ἀθηναίων τὸ [[πλῆθος]] οἴονται Θουκ. 1. 20· τὸ [[πλῆθος]] ἐψηφίσαντο πολεμεῖν, οἱ πλείους, οἱ περισσότεροι, ἡ [[πλειονοψηφία]], [[αὐτόθι]] 125, Ξεν. Κύρ. 2. 4, 20· ― [[ἐντεῦθεν]], ὁ [[λαός]], οἱ κάτοικοι, σμικρὸν τὸ [[πλῆθος]] τῆσδε γῆς Εὐρ. Φοίν. 715· ― [[ὡσαύτως]], β) [[μάλιστα]] ἐν Ἀθήναις, = [[δῆμος]], Λατ. plebs, Θουκ. 1. 9, κτλ.· ἡ τοῦ πλ. [[ἀρχή]], [[δημοκρατία]] [[τοὔνομα]] κληθεῖσα Πλάτ. Πολιτ. 291D· ἐς τὸ πλ. φέρειν τὸ [[κράτος]] Ἡρόδ. 3, 81, πρβλ. Λυσ. 124. 5, κτλ.· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ αἱ ἀρχαί, οἱ ὀλίγοι, Θουκ. 5. 84· τὸ πλ. τὸ ὑμέτερον Πλάτ. Ἀπολ. 31C· τὸ πλ. τὸ Ἀλιαδᾶν = τὸ κοινόν, Συλλ. Ἐπιγρ. 2525b c. 6, κτλ.· ― ἀλλ’ [[ὡσαύτως]], ὁ [[ὄχλος]], κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ [[δῆμος]], Ξεν. Ἀθην. 2. 18· [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ πληθ., πείθειν τὰ πλήθη, τοὺς ὄχλους, Πλάτ. Γοργ. 452Ε, πρβλ. Σοφ. 268Α· ὃ πᾶσι... σωτήριον [[μάλιστα]] δὲ τοῖς πλήθεσι πρὸς τοὺς τυράννους Δημ. 71. 22. ΙΙ. ἀφῃρημ. ὡς καὶ νῦν, πόσον τι πλ. ἦν νεῶν Ἑλληνίδων; Αἰσχύλ. Πέρσ. 334· [[ὅμιλος]] πλήθει φοβερώτατος Θουκ. 2. 98· ἰσχύϊ καὶ πλήθει προέχων ὁ αὐτ. 3. 74· τῷ πλ. αὐτῶν καταπλαγέντες 4. 10· πλήθεϊ πολλοὶ Ἡρόδ. 3. 11, πρβλ. 6. 44· σὺν πλήθει χερῶν Σοφ. Ο. Τ. 122· πλήθει παρόντες, μετὰ πολλῆς δυνάμεως, Θουκ. 8. 22· ― ἀπολ., κατ’ αἰτ., κόσοι [[πλῆθος]] Ἡρόδ. 4. 153· πόσοι τὸ [[πλῆθος]] Δίφιλος ἐν «Ἀπολιπούσῃ» 1· ἐρέται... [[πλῆθος]] ἀνάριθμοι Αἰσχύλ. Πέρσ. 40· πλ. ὡς [[δισχίλιοι]] Ξεν. Ἀν. 4. 2, 2· ἄπειρα τὸ [[πλῆθος]] ἢ [[πλῆθος]] Ξεν. Ἀπομν. 1. 1, 44., 4. 2. 2. ΙΙΙ. παρ’ Ἡροδ. [[ὡσαύτως]] ἐπὶ ἐκτάσεως, [[ὄρος]] πλήθεϊ μέγιστον καὶ μεγάθεϊ ὑψηλότατον 1. 203· [[πεδίον]] [[πλῆθος]] ἄπειρον 204· ἡ [[ἐρῆμος]] [[ἐοῦσα]] [[πλῆθος]] ἑπτὰ ἡμερέων ὁδοῦ 4. 123· οὕτω, [[πλῆθος]] χώρας καὶ ἀνθρώπων Ξεν. Ἀν. 1. 5, 9. 2) παρ’ Ἀττ. ἐπὶ ποσότητος ἢ ποσοῦ, διὰ [[πλῆθος]] τῆς ζημίας Θουκ. 3. 70· τὸ πλ. τῆς οὐσίας Πλάτ. Πολ. 591Ε, πρβλ. Ἀριστ. Πολ. 3. 8, 2· [[ταῦτα]] οὐδέν ἐστι πλήθει οὐδὲ μεγέθει πρὸς ἐκεῖνα Πλάτ. Πολ. 614Α· μετὰ πλήθους ἱδρῶτος, multa sudans, ὁ αὐτ. ἐν Τιμ. 84Ε· τὸ πλ. τοῦ ῥεύματος Πολύβ. 1. 75, 5· ― ἐν τῷ πληθ., μέγα [[πλῆθος]], ἐμβρύων Κρατῖν. ἐν Ἀδήλ. 158· θαυμαστὸν ὅσ’ ἐστ’ ἀγαθῶν πλήθη Μνησίμαχος ἐν «Ἱπποτρόφῳ» 1. 51· οἰκοδομημάτων πλήθεσι ἢ μεγέθεσι Δίων Κ. 52. 30, πρβλ. 10. IV. ἐπὶ χρόνου, [[μῆκος]], [[ἔκτασις]] χρονική, πλ. χρόνου Θουκ. 1. 1, Πλάτ. Θεαίτ. 158D, Ἰσοκρ. 271Α· πλ. ἐτῶν Ἀριστοφ. Νεφ. 855· πλήθει πολλῶν μηνῶν Σοφ. Φ. 723. V. μετὰ προθέσεων ἢ μετὰ τοῦ ὡς, ἐπὶ ἐπιρρ. σημασίας, ἐς πλ. Θουκ. 1. 14· ― ὡς πλήθει, [[καθόλου]], γενικῶς, Πλάτ. Πολ. 389D· [[οὕτως]], ὡς ἐπὶ τὸ πλ., ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, συνήθως, Λατ. ut plurimum, ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρῳ 275Β, Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 5. 6, 11· ὡς κατὰ τὸ πλ. εἰπεῖν Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 6. 11. 9· κατὰ πλ. Διον. Ἁλ. 6. 67. | |lstext='''πλῆθος''': -εος, τό, Δωρ. πλᾶθος, Βοιωτ. [[πλεῖθος]], ἴδε τὴν λέξ.: ([[πλήθω]], ἴδε ἐν λ. πίμμπλημι). Μέγας ἀριθμός, πολλοὶ [[ὁμοῦ]], [[πλῆθος]], [[ὄχλος]], [[μάλιστα]] ἐπὶ πλήθους ἀνθρώπων, Ἰλ. Ρ. 330, Ἡρόδ. 1. 77, κτλ.· στρατοῦ πλ., [[περίφρασις]] ἀντὶ τοῦ στρατὸς [[πολύς]], Ἡρόδ. 9. 73· φιλόσοφον... πλ. ἀδύνατον [[εἶναι]], τὸ [[πλῆθος]], οἱ πολλοὶ δὲν δύνανται νὰ ὦσι φιλόσοφοι, Πλάτ. Πολ. 494Α, κτλ. 2) τὸ [[πλῆθος]], τὸ μέγιστον [[μέρος]], ὡς τὸ πολύ, οἱ πολλοί, οἱ πλεῖστοι, τὸ πλεῖστον [[μέρος]], τὸ κύριον [[σῶμα]], τὸ πλ. τοῦ στρατοῦ Ἡρόδ. 1. 82 πρβλ. 5. 92· τῆς δυνάμεως τὸ πλ. Ξεν. Κύρ. 2. 1, 6· τὸ πλ. τῆς ψυχῆς, τὸ κύριον [[μέρος]] τῆς..., Πλάτ. Νόμ. 689Α· ― ὡς οὐσιαστικὸν περιληπτ. μετὰ πληθυντ. ῥήματ., Ἀθηναίων τὸ [[πλῆθος]] οἴονται Θουκ. 1. 20· τὸ [[πλῆθος]] ἐψηφίσαντο πολεμεῖν, οἱ πλείους, οἱ περισσότεροι, ἡ [[πλειονοψηφία]], [[αὐτόθι]] 125, Ξεν. Κύρ. 2. 4, 20· ― [[ἐντεῦθεν]], ὁ [[λαός]], οἱ κάτοικοι, σμικρὸν τὸ [[πλῆθος]] τῆσδε γῆς Εὐρ. Φοίν. 715· ― [[ὡσαύτως]], β) [[μάλιστα]] ἐν Ἀθήναις, = [[δῆμος]], Λατ. plebs, Θουκ. 1. 9, κτλ.· ἡ τοῦ πλ. [[ἀρχή]], [[δημοκρατία]] [[τοὔνομα]] κληθεῖσα Πλάτ. Πολιτ. 291D· ἐς τὸ πλ. φέρειν τὸ [[κράτος]] Ἡρόδ. 3, 81, πρβλ. Λυσ. 124. 5, κτλ.· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ αἱ ἀρχαί, οἱ ὀλίγοι, Θουκ. 5. 84· τὸ πλ. τὸ ὑμέτερον Πλάτ. Ἀπολ. 31C· τὸ πλ. τὸ Ἀλιαδᾶν = τὸ κοινόν, Συλλ. Ἐπιγρ. 2525b c. 6, κτλ.· ― ἀλλ’ [[ὡσαύτως]], ὁ [[ὄχλος]], κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ [[δῆμος]], Ξεν. Ἀθην. 2. 18· [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ πληθ., πείθειν τὰ πλήθη, τοὺς ὄχλους, Πλάτ. Γοργ. 452Ε, πρβλ. Σοφ. 268Α· ὃ πᾶσι... σωτήριον [[μάλιστα]] δὲ τοῖς πλήθεσι πρὸς τοὺς τυράννους Δημ. 71. 22. ΙΙ. ἀφῃρημ. ὡς καὶ νῦν, πόσον τι πλ. ἦν νεῶν Ἑλληνίδων; Αἰσχύλ. Πέρσ. 334· [[ὅμιλος]] πλήθει φοβερώτατος Θουκ. 2. 98· ἰσχύϊ καὶ πλήθει προέχων ὁ αὐτ. 3. 74· τῷ πλ. αὐτῶν καταπλαγέντες 4. 10· πλήθεϊ πολλοὶ Ἡρόδ. 3. 11, πρβλ. 6. 44· σὺν πλήθει χερῶν Σοφ. Ο. Τ. 122· πλήθει παρόντες, μετὰ πολλῆς δυνάμεως, Θουκ. 8. 22· ― ἀπολ., κατ’ αἰτ., κόσοι [[πλῆθος]] Ἡρόδ. 4. 153· πόσοι τὸ [[πλῆθος]] Δίφιλος ἐν «Ἀπολιπούσῃ» 1· ἐρέται... [[πλῆθος]] ἀνάριθμοι Αἰσχύλ. Πέρσ. 40· πλ. ὡς [[δισχίλιοι]] Ξεν. Ἀν. 4. 2, 2· ἄπειρα τὸ [[πλῆθος]] ἢ [[πλῆθος]] Ξεν. Ἀπομν. 1. 1, 44., 4. 2. 2. ΙΙΙ. παρ’ Ἡροδ. [[ὡσαύτως]] ἐπὶ ἐκτάσεως, [[ὄρος]] πλήθεϊ μέγιστον καὶ μεγάθεϊ ὑψηλότατον 1. 203· [[πεδίον]] [[πλῆθος]] ἄπειρον 204· ἡ [[ἐρῆμος]] [[ἐοῦσα]] [[πλῆθος]] ἑπτὰ ἡμερέων ὁδοῦ 4. 123· οὕτω, [[πλῆθος]] χώρας καὶ ἀνθρώπων Ξεν. Ἀν. 1. 5, 9. 2) παρ’ Ἀττ. ἐπὶ ποσότητος ἢ ποσοῦ, διὰ [[πλῆθος]] τῆς ζημίας Θουκ. 3. 70· τὸ πλ. τῆς οὐσίας Πλάτ. Πολ. 591Ε, πρβλ. Ἀριστ. Πολ. 3. 8, 2· [[ταῦτα]] οὐδέν ἐστι πλήθει οὐδὲ μεγέθει πρὸς ἐκεῖνα Πλάτ. Πολ. 614Α· μετὰ πλήθους ἱδρῶτος, multa sudans, ὁ αὐτ. ἐν Τιμ. 84Ε· τὸ πλ. τοῦ ῥεύματος Πολύβ. 1. 75, 5· ― ἐν τῷ πληθ., μέγα [[πλῆθος]], ἐμβρύων Κρατῖν. ἐν Ἀδήλ. 158· θαυμαστὸν ὅσ’ ἐστ’ ἀγαθῶν πλήθη Μνησίμαχος ἐν «Ἱπποτρόφῳ» 1. 51· οἰκοδομημάτων πλήθεσι ἢ μεγέθεσι Δίων Κ. 52. 30, πρβλ. 10. IV. ἐπὶ χρόνου, [[μῆκος]], [[ἔκτασις]] χρονική, πλ. χρόνου Θουκ. 1. 1, Πλάτ. Θεαίτ. 158D, Ἰσοκρ. 271Α· πλ. ἐτῶν Ἀριστοφ. Νεφ. 855· πλήθει πολλῶν μηνῶν Σοφ. Φ. 723. V. μετὰ προθέσεων ἢ μετὰ τοῦ ὡς, ἐπὶ ἐπιρρ. σημασίας, ἐς πλ. Θουκ. 1. 14· ― ὡς πλήθει, [[καθόλου]], γενικῶς, Πλάτ. Πολ. 389D· [[οὕτως]], ὡς ἐπὶ τὸ πλ., ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, συνήθως, Λατ. ut plurimum, ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρῳ 275Β, Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 5. 6, 11· ὡς κατὰ τὸ πλ. εἰπεῖν Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 6. 11. 9· κατὰ πλ. Διον. Ἁλ. 6. 67. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth |