Anonymous

συγκατακλίνω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0965.png Seite 965]] mit, zusammen, neben einander legen, pass. zusammen, daneben liegen, Ar. Nubb. 50 Ach. 943, bei Tische, Ath. VII, 289 d; τὴν νύμφην τῷ νυμφίῳ, Plut. praec. conj. p. 411, συνεκλίθη τινί, Symp. 1, 2, 3; συγκλιθήσεται, Xen. Eph. 1, 7.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0965.png Seite 965]] mit, zusammen, neben einander legen, pass. zusammen, daneben liegen, Ar. Nubb. 50 Ach. 943, bei Tische, Ath. VII, 289 d; τὴν νύμφην τῷ νυμφίῳ, Plut. praec. conj. p. 411, συνεκλίθη τινί, Symp. 1, 2, 3; συγκλιθήσεται, Xen. Eph. 1, 7.
}}
{{bailly
|btext=faire coucher avec : τινά τινι une personne avec une autre ; <i>Pass.</i> coucher avec, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[κατακλίνω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''συγκατακλίνω''': [ῑ], [[κατακλίνω]] τινὰ σύν τινι, τινὰ γαμετῇ Πλούτ. 2. 665Α. ― Παθ., [[πλαγιάζω]] μετά τινος, κατακλίνομαι [[ὁμοῦ]], Ἀριστοφ. Νεφ. 49· συγκατακλιθέντες πλησιάζειν Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 14, 23· τινι, μετά τινος, Πλούτ. 2. 138D, Κλέαρχ. παρ’ Ἀθην. 516Β. 2) Παθ., [[ὡσαύτως]], κατακλίνομαι ἐπὶ τοῦ [[αὐτοῦ]] ἀνακλίντρου μετ’ ἄλλου κατὰ τὸ [[δεῖπνον]], ᾄσεται ξυγκατακλινεὶς Ἀριστοφ. Ἀχ. 981.
|lstext='''συγκατακλίνω''': [ῑ], [[κατακλίνω]] τινὰ σύν τινι, τινὰ γαμετῇ Πλούτ. 2. 665Α. ― Παθ., [[πλαγιάζω]] μετά τινος, κατακλίνομαι [[ὁμοῦ]], Ἀριστοφ. Νεφ. 49· συγκατακλιθέντες πλησιάζειν Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 14, 23· τινι, μετά τινος, Πλούτ. 2. 138D, Κλέαρχ. παρ’ Ἀθην. 516Β. 2) Παθ., [[ὡσαύτως]], κατακλίνομαι ἐπὶ τοῦ [[αὐτοῦ]] ἀνακλίντρου μετ’ ἄλλου κατὰ τὸ [[δεῖπνον]], ᾄσεται ξυγκατακλινεὶς Ἀριστοφ. Ἀχ. 981.
}}
{{bailly
|btext=faire coucher avec : τινά τινι une personne avec une autre ; <i>Pass.</i> coucher avec, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[κατακλίνω]].
}}
}}
{{grml
{{grml