Anonymous

σύγκειμαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "l’" to "l'")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0967.png Seite 967]] (s. [[κεῖμαι]]), mit, zusammen od. bei einander liegen, Soph. Ai. 1288; übh. perf. pass. zu [[συντίθημι]], zusammengesetzt sein, χορὸς ἐξ ἀνθρώπων συγκείμενός ἐστιν, Xen. Oec. 8, 3; σύγκειταί μοι τὸ [[σῶμα]] ἐξ ὀστῶν καὶ νεύρων, Plat. Phaed. 98 c; Theaet. 201 e u. öfter; συμφοραὶ ὑπὸ ποιητῶν συγκείμεναι, von Dichtern zusammengesetzte, erdichtete Begebenheiten, Isocr. 4, 168; πάντα αὐτῷ σύγκειται καὶ μεμηχάνηται, Lys. 3, 26; ὥςπερ [[ποίημα]] μακρὸν συγκείμενον, Plat. Lys. 221 d; λόγοι συγκείμενοι ὑπὸ τοῦ σοφιστοῦ, Aesch. 1, 125; bes. verabredet sein, ξυγκείμενα σημεῖα, Ar. Eccl. 6; [[καθάπερ]] ἦν ξυγκείμενον, wie es verabredet war, 61; σύγκειται αὐτοῖς, es besteht unter ihnen die Verabredung, sie sind übereingekommen, c. int., Her. 9, 52; τὸ συγκείμενον, die Übereinkunft, 5, 62; τὰ συγκείμενα, Xen. An. 7, 2, 7; κατὰ τὰ συγκείμενα, nach der Verabredung, Her. 3, 58; Thuc. 3, 70; Xen. An. 6, 2, 7 u. sonst; αἱ συγκείμεναι ἡμέραι, Her. 3, 157; τὸ συγκείμενον, der verabredete Ort, Xen. An. 6, 3, 4; Thuc. 4, 23; πιστότερον σύγκειται, Antiph. 3 γ 4; τὰ ἐπὶ τῇ βλάβῃ συγκείμενα, Lys. 12, 48; καὶ ταῦτα ἡμῖν οὕτω ξυγκείσθω, so soll es ausgemacht sein, Plat. Legg. VII, 827 c; Sp., wie τὰ πρὸς αὐτὸν συγκείμενα αὐτοῖς, Pol. 5, 4, 10; παρὰ τὰ συγκείμενα, Luc. Iov. Trag. 37.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0967.png Seite 967]] (s. [[κεῖμαι]]), mit, zusammen od. bei einander liegen, Soph. Ai. 1288; übh. perf. pass. zu [[συντίθημι]], zusammengesetzt sein, χορὸς ἐξ ἀνθρώπων συγκείμενός ἐστιν, Xen. Oec. 8, 3; σύγκειταί μοι τὸ [[σῶμα]] ἐξ ὀστῶν καὶ νεύρων, Plat. Phaed. 98 c; Theaet. 201 e u. öfter; συμφοραὶ ὑπὸ ποιητῶν συγκείμεναι, von Dichtern zusammengesetzte, erdichtete Begebenheiten, Isocr. 4, 168; πάντα αὐτῷ σύγκειται καὶ μεμηχάνηται, Lys. 3, 26; ὥςπερ [[ποίημα]] μακρὸν συγκείμενον, Plat. Lys. 221 d; λόγοι συγκείμενοι ὑπὸ τοῦ σοφιστοῦ, Aesch. 1, 125; bes. verabredet sein, ξυγκείμενα σημεῖα, Ar. Eccl. 6; [[καθάπερ]] ἦν ξυγκείμενον, wie es verabredet war, 61; σύγκειται αὐτοῖς, es besteht unter ihnen die Verabredung, sie sind übereingekommen, c. int., Her. 9, 52; τὸ συγκείμενον, die Übereinkunft, 5, 62; τὰ συγκείμενα, Xen. An. 7, 2, 7; κατὰ τὰ συγκείμενα, nach der Verabredung, Her. 3, 58; Thuc. 3, 70; Xen. An. 6, 2, 7 u. sonst; αἱ συγκείμεναι ἡμέραι, Her. 3, 157; τὸ συγκείμενον, der verabredete Ort, Xen. An. 6, 3, 4; Thuc. 4, 23; πιστότερον σύγκειται, Antiph. 3 γ 4; τὰ ἐπὶ τῇ βλάβῃ συγκείμενα, Lys. 12, 48; καὶ ταῦτα ἡμῖν οὕτω ξυγκείσθω, so soll es ausgemacht sein, Plat. Legg. VII, 827 c; Sp., wie τὰ πρὸς αὐτὸν συγκείμενα αὐτοῖς, Pol. 5, 4, 10; παρὰ τὰ συγκείμενα, Luc. Iov. Trag. 37.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> être étendu ensemble;<br /><b>2</b> être formé, composé de, ἔκ τινος ; <i>fig.</i> ὑπὸ ποιητῶν ISOCR être combiné <i>ou</i> imaginé par les poètes;<br /><b>3</b> être convenu, arrêté ; • <i>impers.</i> συνέκειτο [[σφι]] avec l'inf. HDT il avait été convenu entre eux de ; [[καθάπερ]] ξυνέκειτο THC selon ce qui avait été convenu ; συγκειμένη [[ἡμέρα]] HDT jour convenu ; κατὰ τὰ συγκείμενα HDT, [[ἐκ]] [[τῶν]] ξυγκειμένων THC selon <i>ou</i> d'après ce qui était convenu ; παρὰ τὰ συγκείμενα LUC contrairement à ce qui est convenu ; <i>part. abs.</i> • συγκειμένου [[σφι]] avec l'inf. HDT puisqu’il avait été convenu avec eux que.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[κεῖμαι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''σύγκειμαι''': Παθ., [[κεῖμαι]] [[ὁμοῦ]], [[τρεῖς]] [[ὁμοῦ]] ξ. Σοφ. Αἴ. 1309 μετά τινος Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 1. 2, 1· νεκρὸς μόνα τὰ ὀστᾶ κατὰ [[σχῆμα]] συγκείμενος, οὗ τὰ ὀστᾶ κεῖνται [[ὁμοῦ]] εἰς τὴν οἰκείαν θέσιν ἕκαστον, Λουκ. Φιλοψ. 31. ΙΙ. ὡς παθ. τοῦ [[συντίθημι]], ἔχω συντεθῆ, συναποτελοῦμαι, εἶμαι συντεθειμένος, σύγκειται τὸ [[σῶμα]] ἐξ ὀστῶν καὶ νεύρων Πλάτ. Φαίδων 98C· ἐκ στοιχείων ὁ αὐτ. ἐν Θεαιτ. 201A, πρβλ. Ξεν. Κυν. 5. 29 τὴν φύσιν ἡμῶν ἔκ τε τοῦ σώματος συγκεῖσθαι καὶ τῆς ψυχῆς Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 193· χορὸς ἐξ ἀνθρώπων ξ. Ξεν. Οἰκ. 8. 3· [[μέλος]] ἐκ τριῶν σ., λόγου, ἁρμονίας, ῥυθμοῦ Πλάτ. Πολ. 398D, πρβλ. Φαίδωνα 92A· [[πολιτεία]] σ. ἐκ δημοκρατίας καὶ τυραννίδος Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 6, 18· ἐπὶ ἀπατεώων ἰατρῶν, ἐξ ἀδοξίας συγκείμενος Ἱππ. Νόμ. σ. 2· ἐξ ὀνομάτων σ. [[ἄνθρωπος]] Αἰσχίν. 86. 27· σ. τὴν ψυχὴν ἐξ ἀσελγείας καὶ ὠμότητος Πλουτ. Σύλλ. 13· ― μετὰ μόνης γεν., ἅρμα ἵππων σ. τεττάρων Φιλόστρ. 788· εἰς ἕν σ., συντεθειμένος, [[σύνθετος]] εἰς ἓν [[σῶμα]], Πλάτ. Φίληβ. 29D. 2) ἐπὶ γραπτοῦ λόγου, [[κτῆμα]] ἐς ἀεί... ξύγκειται [ὁ [[λόγος]]] Θουκ. 1. 22, πρβλ. Πλάτ. Ἱππ. Μείζ. 286A· σ. [[ποίημα]] ὁ αὐτ. ἐν Λύσει 221D [[λόγος]] πρὸς Δημοσθένην αὐτῷ συγκείμενος Αἰσχίν. 34. 18· συμφοραὶ ὑπὸ ποιητῶν συγκείμεναι, συμφοραὶ συντεθειμέναι ἢ ἐπινοηθεῖσαι ὑπὸ ποιητῶν, Ἰσοκρ. 76A· οὕπω σ. [[τέχνη]] περὶ αὐτῶν, δὲν ἔχει ἀκόμη ὁρισθῆ (ἢ κανονισθῆ) ῥητορικὴ [[τέχνη]], Ἀριστ. Ρητ. 3. 1. 5, πρβλ. 2. 24, 11· ὁ [[μῦθος]] σ. ἐκ θαυμασίων ὁ αὐτ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 2, 10· ― [[ὡσαύτως]], [[λόγος]] λαμπρὸς καὶ συγκείμενος, συντεθειμένος [[ἁπλῶς]], [[τεχνικός]], ὡς τὸ Λατ. compositus, Σουΐδ., ἐν λ. Μεθόδιος· καὶ ἐπὶ προσώπων, τὴν γλῶτταν σ. Φιλόστρ. 176. 3) ἔχω ἐπινοηθῆ, παρασκευασθῆ, [[τῇδε]] σ. [[δόλος]] Εὐρ. Ρῆσ. 215· πιστότερον ἢ ἀληθέστερον σ. Ἀντιφῶν 122. 41· πάντα αὐτῷ σύγκειται καὶ μεμηχάνηται Λυσί. 98. 34 τὰ ὑπὸ τῶν [[τριάκοντα]] πλασθέντα..., συγκείμενα ἐπὶ τῇ τῶν πολιτῶν βλάβῃ, παρασκευασθέντα, ὁ αὐτ. 124. 33. 4) ἐν τῇ Λογικῇ τοῦ Ἀριστοτ., τὸ συγκείμενον = τὸ σύνθετον (ἴδε [[σύνθετος]] Ι. 2), Μετὰ τὰ Φυσ. 8. 10, 1 κἑξ., πρβλ. 9. 3, 4. ΙΙΙ. συμφωνοῦμαι ὑπὸ τῶν δύο μερῶν, [[σημεῖον]] ὃ ξυνέκειτο Θουκ. 4. 111· [[ταῦτα]] ἡμῖν οὕτω ξυγκείσθω Πλάτ. Νόμ. 822C· [[ὡσαύτως]], σπονδαὶ οὐ [[καλῶς]] ξύγκεινται Θουκ. 8. 43· ― συχν. ἐν τῇ μετοχ., ὁ συμπεφωνημένος, ἀπὸ κοινοῦ προσδιωρισμένος, αἱ συγκείμεναι ἡμέραι Ἡρόδ. 3. 157· ἡμέρῃ μιῇ τῆς σ., μίαν ἡμέραν μετὰ τὴν συμπεφωνημένην, ὁ αὐτ. 6. 89· φλογὸς σημεῖα τὰ ξ. Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 6· ὁ σ. [[χρόνος]], ὁ συμπεφωνημένος [[χρόνος]], Ἡρόδ. 4. 152· τὸ σ. [[χωρίον]] ὁ αὐτ. 8. 128, πρβλ. 5. 50· κατὰ τὰ σ., [[συμφώνως]] πρὸς τοὺς ὅρους τῆς συμφωνίας, ὁ αὐτ. 3. 158, κτλ.· κατὰ τὰ σ. [[πρός]] τινα, κατὰ τὰ συμπεφωνημένα πρὸς αὐτόν, ὁ αὐτ. 6. 14· πρβλ. Ἀριστ. Πολιτ. 5. 8, 4· ἐκ τῶν ξ. Θουκ. 5. 25· παρὰ τὰ σ. Λουκ. ἐν Διῒ Τραγῳδῷ 37· ἀπὸ ξ. λόγου Θουκ. 8. 94. 2) ἀπροσ. σύγκειται, ἔχει σημφωνηθῆ ἢ [[εἶναι]] συμπεφωνημένον, τῆς ὥρης ἐς τὴν συνεκέετό σφι ἀπαλλάσσεσθαι Ἡρόδ. 9. 52˙ ἀπολ., καθάπερ ξυνέκειτο Θουκ. 4. 23· [[ὥσπερ]] σ. Ξεν. Ἑλλ. 5. 1, 10, πρβλ. Πλάτ. Κρατ. 433E· καθάπερ ἦν ξυγκείμενον Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 61· οὕτω, συγκειμένου σφι, μετ’ ἀπαρεμφ., ἀφ’ οὗ εἶχον συμφωνήσῃ, μείνῃ σύμφωνοι..., Ἡρόδ. 5. 62. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σελ. 511-512.
|lstext='''σύγκειμαι''': Παθ., [[κεῖμαι]] [[ὁμοῦ]], [[τρεῖς]] [[ὁμοῦ]] ξ. Σοφ. Αἴ. 1309 μετά τινος Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 1. 2, 1· νεκρὸς μόνα τὰ ὀστᾶ κατὰ [[σχῆμα]] συγκείμενος, οὗ τὰ ὀστᾶ κεῖνται [[ὁμοῦ]] εἰς τὴν οἰκείαν θέσιν ἕκαστον, Λουκ. Φιλοψ. 31. ΙΙ. ὡς παθ. τοῦ [[συντίθημι]], ἔχω συντεθῆ, συναποτελοῦμαι, εἶμαι συντεθειμένος, σύγκειται τὸ [[σῶμα]] ἐξ ὀστῶν καὶ νεύρων Πλάτ. Φαίδων 98C· ἐκ στοιχείων ὁ αὐτ. ἐν Θεαιτ. 201A, πρβλ. Ξεν. Κυν. 5. 29 τὴν φύσιν ἡμῶν ἔκ τε τοῦ σώματος συγκεῖσθαι καὶ τῆς ψυχῆς Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 193· χορὸς ἐξ ἀνθρώπων ξ. Ξεν. Οἰκ. 8. 3· [[μέλος]] ἐκ τριῶν σ., λόγου, ἁρμονίας, ῥυθμοῦ Πλάτ. Πολ. 398D, πρβλ. Φαίδωνα 92A· [[πολιτεία]] σ. ἐκ δημοκρατίας καὶ τυραννίδος Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 6, 18· ἐπὶ ἀπατεώων ἰατρῶν, ἐξ ἀδοξίας συγκείμενος Ἱππ. Νόμ. σ. 2· ἐξ ὀνομάτων σ. [[ἄνθρωπος]] Αἰσχίν. 86. 27· σ. τὴν ψυχὴν ἐξ ἀσελγείας καὶ ὠμότητος Πλουτ. Σύλλ. 13· ― μετὰ μόνης γεν., ἅρμα ἵππων σ. τεττάρων Φιλόστρ. 788· εἰς ἕν σ., συντεθειμένος, [[σύνθετος]] εἰς ἓν [[σῶμα]], Πλάτ. Φίληβ. 29D. 2) ἐπὶ γραπτοῦ λόγου, [[κτῆμα]] ἐς ἀεί... ξύγκειται [ὁ [[λόγος]]] Θουκ. 1. 22, πρβλ. Πλάτ. Ἱππ. Μείζ. 286A· σ. [[ποίημα]] ὁ αὐτ. ἐν Λύσει 221D [[λόγος]] πρὸς Δημοσθένην αὐτῷ συγκείμενος Αἰσχίν. 34. 18· συμφοραὶ ὑπὸ ποιητῶν συγκείμεναι, συμφοραὶ συντεθειμέναι ἢ ἐπινοηθεῖσαι ὑπὸ ποιητῶν, Ἰσοκρ. 76A· οὕπω σ. [[τέχνη]] περὶ αὐτῶν, δὲν ἔχει ἀκόμη ὁρισθῆ (ἢ κανονισθῆ) ῥητορικὴ [[τέχνη]], Ἀριστ. Ρητ. 3. 1. 5, πρβλ. 2. 24, 11· ὁ [[μῦθος]] σ. ἐκ θαυμασίων ὁ αὐτ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 2, 10· ― [[ὡσαύτως]], [[λόγος]] λαμπρὸς καὶ συγκείμενος, συντεθειμένος [[ἁπλῶς]], [[τεχνικός]], ὡς τὸ Λατ. compositus, Σουΐδ., ἐν λ. Μεθόδιος· καὶ ἐπὶ προσώπων, τὴν γλῶτταν σ. Φιλόστρ. 176. 3) ἔχω ἐπινοηθῆ, παρασκευασθῆ, [[τῇδε]] σ. [[δόλος]] Εὐρ. Ρῆσ. 215· πιστότερον ἢ ἀληθέστερον σ. Ἀντιφῶν 122. 41· πάντα αὐτῷ σύγκειται καὶ μεμηχάνηται Λυσί. 98. 34 τὰ ὑπὸ τῶν [[τριάκοντα]] πλασθέντα..., συγκείμενα ἐπὶ τῇ τῶν πολιτῶν βλάβῃ, παρασκευασθέντα, ὁ αὐτ. 124. 33. 4) ἐν τῇ Λογικῇ τοῦ Ἀριστοτ., τὸ συγκείμενον = τὸ σύνθετον (ἴδε [[σύνθετος]] Ι. 2), Μετὰ τὰ Φυσ. 8. 10, 1 κἑξ., πρβλ. 9. 3, 4. ΙΙΙ. συμφωνοῦμαι ὑπὸ τῶν δύο μερῶν, [[σημεῖον]] ὃ ξυνέκειτο Θουκ. 4. 111· [[ταῦτα]] ἡμῖν οὕτω ξυγκείσθω Πλάτ. Νόμ. 822C· [[ὡσαύτως]], σπονδαὶ οὐ [[καλῶς]] ξύγκεινται Θουκ. 8. 43· ― συχν. ἐν τῇ μετοχ., ὁ συμπεφωνημένος, ἀπὸ κοινοῦ προσδιωρισμένος, αἱ συγκείμεναι ἡμέραι Ἡρόδ. 3. 157· ἡμέρῃ μιῇ τῆς σ., μίαν ἡμέραν μετὰ τὴν συμπεφωνημένην, ὁ αὐτ. 6. 89· φλογὸς σημεῖα τὰ ξ. Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 6· ὁ σ. [[χρόνος]], ὁ συμπεφωνημένος [[χρόνος]], Ἡρόδ. 4. 152· τὸ σ. [[χωρίον]] ὁ αὐτ. 8. 128, πρβλ. 5. 50· κατὰ τὰ σ., [[συμφώνως]] πρὸς τοὺς ὅρους τῆς συμφωνίας, ὁ αὐτ. 3. 158, κτλ.· κατὰ τὰ σ. [[πρός]] τινα, κατὰ τὰ συμπεφωνημένα πρὸς αὐτόν, ὁ αὐτ. 6. 14· πρβλ. Ἀριστ. Πολιτ. 5. 8, 4· ἐκ τῶν ξ. Θουκ. 5. 25· παρὰ τὰ σ. Λουκ. ἐν Διῒ Τραγῳδῷ 37· ἀπὸ ξ. λόγου Θουκ. 8. 94. 2) ἀπροσ. σύγκειται, ἔχει σημφωνηθῆ ἢ [[εἶναι]] συμπεφωνημένον, τῆς ὥρης ἐς τὴν συνεκέετό σφι ἀπαλλάσσεσθαι Ἡρόδ. 9. 52˙ ἀπολ., καθάπερ ξυνέκειτο Θουκ. 4. 23· [[ὥσπερ]] σ. Ξεν. Ἑλλ. 5. 1, 10, πρβλ. Πλάτ. Κρατ. 433E· καθάπερ ἦν ξυγκείμενον Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 61· οὕτω, συγκειμένου σφι, μετ’ ἀπαρεμφ., ἀφ’ οὗ εἶχον συμφωνήσῃ, μείνῃ σύμφωνοι..., Ἡρόδ. 5. 62. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σελ. 511-512.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> être étendu ensemble;<br /><b>2</b> être formé, composé de, ἔκ τινος ; <i>fig.</i> ὑπὸ ποιητῶν ISOCR être combiné <i>ou</i> imaginé par les poètes;<br /><b>3</b> être convenu, arrêté ; • <i>impers.</i> συνέκειτο [[σφι]] avec l'inf. HDT il avait été convenu entre eux de ; [[καθάπερ]] ξυνέκειτο THC selon ce qui avait été convenu ; συγκειμένη [[ἡμέρα]] HDT jour convenu ; κατὰ τὰ συγκείμενα HDT, [[ἐκ]] [[τῶν]] ξυγκειμένων THC selon <i>ou</i> d'après ce qui était convenu ; παρὰ τὰ συγκείμενα LUC contrairement à ce qui est convenu ; <i>part. abs.</i> • συγκειμένου [[σφι]] avec l'inf. HDT puisqu’il avait été convenu avec eux que.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[κεῖμαι]].
}}
}}
{{grml
{{grml