Anonymous

σχινοκέφαλος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "Ζεὺς" to "Ζεὺς")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1056.png Seite 1056]] mit einem großen, länglichen Kopfe, wie die Meerzwiebel; Cratin. nannte so den Perikles, Plut. Pericl. 3.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1056.png Seite 1056]] mit einem großen, länglichen Kopfe, wie die Meerzwiebel; Cratin. nannte so den Perikles, Plut. Pericl. 3.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui a la tête grosse et allongée <i>(comme un oignon marin)</i>.<br />'''Étymologie:''' [[σχῖνος]], [[κεφαλή]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''σχῑνοκέφᾰλος''': -ον, ([[σχοῖνος]] ΙΙ) ὁ ἔχων κεφαλὴν σχήματος σκίλλης δηλ. κεφαλὴν προμήκη καὶ ἀσύμμετρον, ἐπίθετον τοῦ Περικλέους, ὁ [[σχινοκέφαλος]] [[Ζεύς|Ζεὺς]] ὁδὶ προσέρχεται ὁ Περικλέης Κρατῖνος ἐν «Θρᾴτταις» 1· «οἱ δ’ Ἀττικοὶ ποιηταὶ σχινοκέφαλον αὐτὸν ἐκάλουν τὴν γὰρ σκίλλαν ἔστιν ὅτε σχῖνον καλοῦσι» Πλουτ. Περικλ. 3 καὶ 13. Πολυδ. Β΄, 42.
|lstext='''σχῑνοκέφᾰλος''': -ον, ([[σχοῖνος]] ΙΙ) ὁ ἔχων κεφαλὴν σχήματος σκίλλης δηλ. κεφαλὴν προμήκη καὶ ἀσύμμετρον, ἐπίθετον τοῦ Περικλέους, ὁ [[σχινοκέφαλος]] [[Ζεύς|Ζεὺς]] ὁδὶ προσέρχεται ὁ Περικλέης Κρατῖνος ἐν «Θρᾴτταις» 1· «οἱ δ’ Ἀττικοὶ ποιηταὶ σχινοκέφαλον αὐτὸν ἐκάλουν τὴν γὰρ σκίλλαν ἔστιν ὅτε σχῖνον καλοῦσι» Πλουτ. Περικλ. 3 καὶ 13. Πολυδ. Β΄, 42.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui a la tête grosse et allongée <i>(comme un oignon marin)</i>.<br />'''Étymologie:''' [[σχῖνος]], [[κεφαλή]].
}}
}}
{{grml
{{grml